Ο καλλιτεχνικός οραματιστής των Ολυμπιακών Αγώνων
Σημαντικοί Έλληνες

Ο καλλιτεχνικός οραματιστής των Ολυμπιακών Αγώνων

Ο πολυβραβευμένος Δημήτρης Παπαϊωάννου κέρδισε νωρίς την αναγνώριση ως ζωγράφος και κομίστας πριν το ενδιαφέρον του στραφεί στις παραστατικές τέχνες ως σκηνοθέτης, χορογράφος, περφόρμερ και σχεδιαστής σκηνικών, κοστουμιών, μακιγιάζ και φωτισμών. Έγινε γνωστός στο ευρύ εγχώριο και διεθνές κοινό για την καλλιτεχνική δημιουργία της τελετής έναρξης των Ολυμπιακών αγώνων που πραγματοποιήθηκαν στην Αθήνα το 2004.

Γεννήθηκε στις 21 Ιουνίου 1964 και στα 17 του μαθήτευσε με τον εμβληματικό ζωγράφο Γιάννη Τσαρούχη, ενώ στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών σπούδασε στα εργαστήρια του Δημήτρη Μυταρά και της Ρένας Παπασπύρου. Σύντομα, εξελίχθηκε σε σκιτσογράφο και τα σκίτσα του δημοσιεύτηκαν στα περιοδικά Βαβέλ, Παραπέντε, Max, Ιστός, Πρόσωπα και το φανζίν περιοδικό Κοντροσόλ στο Χάος που δημιούργησε με τον Αλέξη Μπίστικα.

Το 1982, ο Δημήτρης Παπαϊωάννου παρακολούθησε μαθήματα χορού στο στούντιο της Μαίρης Τσούτη, ενώ, το 1983, αποτέλεσε βασικό μέλος της ομάδας Ανάλια. Την ίδια χρονιά, βρέθηκε στη Νέα Υόρκη για σπουδές χορού στο στούντιο του Έρικ Χόκινς και το La Mamma Experimental Theatre Company, το οποίο μελετά την ιαπωνική τεχνοτροπία σύγχρονου χορού Butoh.

 

 

Το 1986, ίδρυσε μαζί με την Αγγελική Στελλάτου την Ομάδα Εδάφους, ένα χορευτικό σχήμα του οποίου είχε την πλήρη επιμέλεια και που με ελάχιστα τεχνικά μέσα στην αρχή και επίκεντρο την χορογραφία, η ομάδα κατάφερε να προκαλέσει αίσθηση στο φιλότεχνο κοινό της εποχής. Παρά το περιορισμένο κοινό της, η ομάδα κατάφερε να βρει οικονομική υποστήριξη από ιδιωτικά και δημόσια ιδρύματα, γεγονός που επέτρεψε στον Παπαιωάννου να εξελίξει τις παραγωγές της ομάδας και να δημιουργήσει παραστασεις υψηλής αισθητικής για τα δεδομένα της εποχής, δίνωντας έμφαση στον φωτισμό, τα σκηνικά και τον ήχο.

Με την Ομάδα Εδάφους ανέβασε αρκετές παραστάσεις στην Ελλάδα, ορισμένες εκ των οποίων παρουσιάστηκαν στο εξωτερικό, ενώ η «Μήδεια» προκάλεσε έκρηξη ενθουσιασμού στους καλλιτεχνικούς κύκλους και αποτέλεσε την παράσταση-σταθμό στην σταδιοδρομία του καλλιτέχνη. Ανάμεσα στις άλλες σημαντικές παραστάσεις της Ομάδας Εδάφους υπήρξε το «Αδιάβροχο», το οποίο συνθέθηκε από τον Παπαϊωάννου για τη 2η Μπιενάλε Νέων Καλλιτεχνών της Ευρώπης και της Μεσογείου στην Βαρκελώνη (1987),και το «Δωμάτιο ΙΙ», που ήταν η δεύτερη συμμετοχή της ομάδας μετά από επιλογή στην Μπιενάλε Νέων Καλλιτεχνών της Ευρώπης και της Μεσογείου στην Βαρκελώνη, το οποίο και έλαβε πολύ καλές κριτικές στη Μπολόνια.

Στα τέλη της δεκαετίας του ‘80, ο Νίκος Αλεξίου πρότεινε στον Δημήτρη Παπαϊωάννου να συνθέσει ένα έργο για μια εγκατάστασή του και αν και είχε βρει την πρόταση ενδιαφέρουσα, είχε ήδη πάρει την απόφαση να φύγει από την Ελλάδα. Είχε ζητήσει από τον Robert Wilson να παρακολουθήσει τις πρόβες του ως άμισθος ασκούμενος βοηθός και του είχε απαντήσει με μια πρόσκληση για το Αμβούργο, για την προετοιμασία του έργου «The Black Rider: The Casting of the Magic Bullets» .

 

 

Βρέθηκε να παρακολουθεί τον Robert Wilson, τον Tom Waits και τον William S. Burroughs να εργάζονται μαζί για τη δημιουργία αυτού του έργου και έζησε από κοντά τη συνεργασία, βλέποντας τον τρόπο που οργανώνεται και εκτελείται μια τεράστια παραγωγή. Ο Wilson τον προσκάλεσε ως stand-in για τα φώτα στην παραγωγή του Οrlando (1989) στο Βερολίνο. Επιστρέφοντας στην Ελλάδα, μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου, η Μαίρη Τσούτη του πρότεινε να λάβει μέρος σε ένα project της στο Πανεπιστήμιο του ΜΙΤ στη Βοστώνη, όπου έμεινε για δύο μήνες και συνέθεσε στο μυαλό του το «Τελευταίο Τραγούδι».

«Όταν επέστρεψα στην Αθήνα, για να ανεβάσω «Τελευταίο Τραγούδι», ήμουν ένας διαφορετικός άνθρωπος. Ήμουν σε κατάσταση σοκ. Το σύμπαν του Robert Wilson είχε πυροδοτήσει μια έκρηξη μέσα μου -ήταν μια αποκάλυψη. Ο τρόπος που αντιλαμβανόμουν τον θεατρικό χώρο και τη θεατρική πράξη είχε αλλάξει ριζικά. Η ένταση των εμπειριών μου άρχισε να διοχετεύεται στην τέχνη μου μετά από τον τυφώνα των προσωπικών, καλλιτεχνικών και ιστορικών γεγονότων που με συνεπήραν στο Βερολίνο» λέει ο ίδιος.

Η σύνθεση του «Τελευταίο Τραγούδι» του Richard Strauss δεν πήρε πάνω από δύο βδομάδες και αποδείχτηκε η πρώτη μεγάλη τους επιτυχία. Είχαν μόλις αρχίσει να αντιλαμβάνονται ότι συγκροτούσαν μία ομάδα, όταν ο Γρηγόρης Λαγός, συμφοιτητής του Δημήτρη Παπαϊωάννου από την Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, πρότεινε να παρουσιάσουν τη δουλειά τους στην «κατάληψη», που ήταν γνωστή ως Κτίριο Καλλιτεχνών. Εκεί παρουσιάστηκαν τα «Το Τελευταίο Τραγούδι» «Το Τραγούδι του Δέντρου» και «Το Τραγούδι του Νάρκισσου και της Ηχούς».

 

 

«Η προσέλευση του κοινού ήταν μια τεράστια έκπληξη. Ήταν απίστευτο• είχαμε γίνει must στην αθηναϊκή καλλιτεχνική κοινωνία. Αυτό ήταν το πραγματικό σημείο αφετηρίας της Ομάδας Εδάφους και Τα Τραγούδια λειτούργησαν ως το πρώτο μανιφέστο της ηθικής και καλλιτεχνικής μας προσέγγισης στο θέαμα. Ήταν ένα υβρίδιο, οπωσδήποτε παράξενο, κάπως γοητευτικό για μας και μάλλον πρωτότυπο για την εποχή».

Μετά την παραγωγή της «Μήδειας» (1993), η μεγιστοποίηση της επιτυχίας της Ομάδας Εδάφους και οι παραγγελίες που άρχισαν να έρχονται όξυναν τις ικανότητες της ομάδας, «μετατρέποντάς μας κατά κάποιο τρόπο σε commandos καλλιτεχνικής παραγωγής». Ο Παπαϊωαννου ανέστειλε τη λειτουργία της ομάδας λίγο πριν αναλάβει την τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων στην Αθήνα. Η Ομάδα Εδάφους μέτρησε 17 χρόνια ως το 2002 αφήνοντας ανεξίτηλη την σφραγίδα της στην ελληνική καλλιτεχνική σκηνή.

Στις αρχές του ’90, ο Παπαϊωάννου συνεργάστηκε με το Μέγαρο Μουσικής, όπου σκηνοθέτησε μουσικά έργα, όπως «Η Ιφιγένεια στο Γεφύρι της Άρτας», «Καταιγίδα» και δύο έργα όπερας, «Επιστροφή της Ελένης» το 1999 και «La Sonnambula» το 2000.

 

 

Την ίδια δεκαετία στην Αθήνα, άνθισε η νυχτερινή διασκέδαση και ο Δημήτρης Παπαϊωάννου σκηνοθέτησε μουσικές παραστάσεις, όπως οι «Νεφέλη» (1995) και «Δέντρο» (1998) για τη Χάρις Αλεξίου, «Ηφαίστειο» (1998) και «Παραμύθι» (2000) για την Άλκηστη Πρωτοψάλτη, και διακόσμησε μεγάλα dance clubs, όπως τα «Εργοστάσιο», «Αεροδρόμιο» και «Άτομο». Το 2010, επέστρεψε στη σκηνοθεσία μουσικών παραστάσεων για τη συναυλία της Λένας Πλάτωνος, «ΚΚ – 13 Ποιήματα του Καβάφη».

Τον Μάιο του 2002, η Πρόεδρος της Οργανωτικής Επιτροπής Ολυμπιακών Aγώνων Αθήνα 2004, Γιάννα Αγγελοπούλου Δασκαλάκη, ανέθεσε στον Δημήτρη Παπαϊωάννου να συνεργαστεί ως καλλιτεχνικός επιμελητής με την Jack Morton Worldwide, την εταιρεία που ανέλαβε την οργάνωση και παραγωγή των τελετών έναρξης και λήξης των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας.

Ο καλλιτέχνης, συστρατεύοντας τους γνωστότερους καλλιτέχνες της χώρας και έναν μεγάλο αριθμό εθελοντών, εργάστηκε για 18 μήνες για τη δημιουργία μιας οπτικοακουστικής υπερπαραγωγής, που το 2004 παρακολούθησαν δισεκατομμύρια τηλεθεατών. Το στάδιο εμφανίστηκε γεμάτο με νερό -το κύριο φυσικό χαρακτηριστικό της Ελλάδας- τεράστιες ιπτάμενες κατασκευες, μια κινούμενη σκηνή 370 μέτρων και άλλα εντυπωσιακά οπτικά εφέ. Η παράσταση συγκεντρώθηκε στην οπτική διήγηση της οικουμενική ιστορίας του ελληνιστικού πνεύματος και της ελληνικής «χαράς για τη ζωή», από την αρχαιότητα έως τον σύγχρονο κόσμο.

 

 

Η τελετή έναρξης, σε αντίθεση με προγενέστερες, παρουσιάστηκε ως μια εντυπωσιακή θεατρική παράσταση μέσα σε στάδιο, στοιχείο στο οποίο εστίασε ο διεθνής τύπος χαρακτηρίζοντας το ως καινοτόμο και επαινώντας τους Έλληνες για το κατόρθωμά τους. Η δουλειά του Παπαϊωάννου, που μέχρι τότε ήταν γνωστή στο περιορισμένο κοινό του εναλλακτικού χορού και θεάτρου στην Ελλάδα, έγινε γνωστή τόσο στην Ελλάδα όσο και στον υπόλοιπο κόσμο, κυριολεκτικά μέσα σε μια νύχτα, και στιγμάτισε την σταδιοδρομία του καλλιτέχνη.

Σε νέο ξεκίνημα το 2006, με το έργο του «2», βρέθηκε στη θέση να δημιουργεί πρωτοποριακά έργα σε μεγάλα Αθηναϊκά θέατρα που κατέρριπταν ρεκόρ αριθμού παραστάσεων, πουλώντας πάνω από 100,000 εισητήρια. Το 2009, άρχισε να χρησιμοποιεί αυτή την πλατφόρμα για να δημιουργήσει θεατρικά πειράματα μεγάλης κλίμακας, όπως το «Πουθενά» (2009), για τα εγκαίνια του ανακαινισμένου Εθνικού Θεάτρου, και το «Μέσα» (2011), για το Θέατρο Παλλάς.

Τρία χρόνια αργότερα, αφαιρώντας από τη δουλειά του κάθετι που δεν ήταν απολύτως απαραίτητο, δημιούργησε την «Πρώτη Ύλη» για το Φεστιβάλ Αθηνών, που τον έφερε ξανά επί σκηνής ύστερα από μια δεκαετή αποχή. Στην ίδια αναζήτηση του απλού, δημιούργησε το «Still Life» (2014), το πρώτο του έργο που περιόδευσε ευρέως στην Ευρώπη, τη Λατινική Αμερική, την Ασία και την Αυστραλία. Το 2015, δημιούργησε την Τελετή Έναρξης για τους Πρώτους Ευρωπαϊκούς Αγώνες στο Μπακού.

 

 

Τα 25 έργα του Παπαϊωάννου καλύπτουν όλο το φάσμα από το μαζικό θέαμα με τους χιλιάδες ερμηνευτές ως το εντελώς προσωπικό και οικείο και έχουν παρουσιαστεί σε μεγάλη ποικιλία χώρων, από το αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου ως το Τεάτρ ντε λα Βιλ στο Παρίσι και το Τεάτρο Ολίμπικο στη Βιτσέντζα.

Το 2017, δημιούργησε το «Μεγάλος Δαμαστής», το πρώτο του διεθνές εγχείρημα με 10 συμπαραγωγούς περιλαμβανόμενου και του Φεστιβάλ της Αβινιόν, το οποίο και πραγματοποιεί προγραμματισμένη μέχρι το 2019 διεθνή περιοδεία. Το 2018, ο Δημήτρης ήταν ο πρώτος δημιουργός νέου έργου για το Χοροθέατρο Πίνα Μπάους του Βούπερταλ, μετά από την ίδια την Πίνα Μπάους. Το «Since She» έκανε πρεμιέρα στις 12 Μαΐου 2018 στη Γερμανία.

Ακόμα, ο Δημήτρης Παπαϊωάννου έχει διδάξει κίνηση στο Τμήμα Θεάτρου του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου της Θεσσαλονίκης, υπήρξε Μέλος του Διοικητικό Συμβουλίου του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος και από το 1995 μέχρι και σήμερα είναι Μέλος της Τιμητικής Επιτροπής του Διεθνούς Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας.

 

 

Το 1990, κέρδισε το πρώτο βραβείο στον διαγωνισμό εικονογράφησης, που προκήρυξε η RTM (Εταιρεία Συγκοινωνιών της Μασσαλίας), στην 4η Μπιενάλε Νέων Καλλιτεχνών της Ευρώπης και της Μεσογείου, για το comic «Ένα καλοσχεδιασμένο πλάνο». Το 1994,
η «Μηδεία» απέσπασε το βραβείο «Καλύτερης Χορογραφίας» στα Κρατικά Βραβεία Χορού, η «Ανθρώπινη Δίψα» απέσπασε εκείνο της «Καλύτερης Παραγωγής» στα ίδια βραβεία, το 1999, και το «Για πάντα» έλαβε το και πάλι το βραβείο «Καλύτερης Παραγωγής», το 2001.

Το 2005, του απονεμήθηκε Χρυσός Σταυρός του Τάγματος της Τιμής από τον Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας για εξαιρετικό καλλιτεχνικό επίτευγμα στις «Τελετές έναρξης και Λήξης των Ολυμπιακών Αγώνων Αθήνα 2004». Επίσης, του έχει απονεμηθεί τίτλος «Homo Hellenicus» από το Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήμιον Αθηνών και έλαβε το Πρώτο Βραβείο «Καλύτερου Σκηνοθέτη» στα Θεατρικά Βραβεία Κοινού του Αθηνοράματος για το «2».

Το «Origins», η Τελετή Έναρξης των Πρώτων Ευρωπαϊκών Αγώνων – Μπακού 2015 σε σύλληψη, εικαστικό σχεδιασμό και σκηνοθεσία του Δημήτρη Παπαϊωάννου, τιμήθηκε με έξι υποψηφιότητες στα Βραβεία Emmy (σκηνοθεσία – σκηνικά – μουσική – φωτισμούς -κοστούμια – ήχο). Ο ίδιος ο καλλιτέχνης ήταν υποψήφιος για δύο Βραβεία Emmy στις κατηγορίες «Outstanding Directing Special Class» και «Outstanding Art Direction / Set Decoration / Scenic Design».

 

 

Ονομάστηκε «Χορογράφος της Χρονιάς 2015» από το ιταλικό περιοδικό Danza&Danza, μετά από τις παρουσιάσεις του «Still Life» στο Μιλάνο και το Κάλιαρι, και της «Πρώτης Ύλης» στη Βιτσέντζα το 2015.

O Δημήτρης Παπαϊωάννου τιμήθηκε με το ειδικό βραβείο των 16ων Ευρωπαϊκών Βραβείων Θεάτρου, στη Ρώμη, στις 17 Δεκεμβρίου 2017, κι έγινε ο πρώτος Έλληνας καλλιτέχνης που βραβεύεται στην τριαντάχρονη ιστορία του θεσμού. «Ο Πρόεδρος της Κριτικής Επιτροπής και του Ευρωπαϊκού Θεατρικού Βραβείου, ομόθυμα με το Συμβούλιο, αποφάσισαν να απονείμουν Ειδικό Βραβείο στον Δημήτρη Παπαϊωάννου. Ένα βραβείο που επάξια αρμόζει στον σκηνοθέτη και εικαστικό, υποψήφιο ήδη από το 2007, του οποίου η φήμη και το κύρος έχουν ανέλθει στην κορυφαία στάθμη του Ευρωπαϊκού θεάτρου, τα τελευταία χρόνια. Τέτοιου είδους συνεισφορές έχουν τόσο μεγάλη σπουδαιότητα για μας που θεωρούμε την απονομή αυτού του Ειδικού Βραβείου επείγουσα ανάγκη, επάξια αναγνώριση και πρέπουσα τιμή».

ΠΡΟΣΘΕΣΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ