O μοναδικός Έλληνας χορευτής στο Χοροθέατρο του Βούπερταλ της Pina Bausch
Ο Δάφνις Κόκκινος έχει περάσει τα τελευταία είκοσι τέσσερα χρόνια χορεύοντας για την Pina Bausch, ενώ υπήρξε βοηθός της ως υπεύθυνος προβών του Χοροθέατρου του Βούπερταλ. Δραστηριοποιείται διεθνώς ως δάσκαλος χορού και διευθύνει workshops σε Ελλάδα, Τουρκία, Κορέα, Ιταλία, Σουηδία και Χιλή. Τελευταία του δουλειά η χορογραφία Lamento με τη Σχολή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής. Αυτή τη στιγμή χορογραφεί για το μπαλέτο της Εθνικής Λυρικής Σκηνής την «Ιεροτελεστία της άνοιξης» του Stravinsky.
Ο Δάφνις Κόκκινος γεννήθηκε στο Ηράκλειο της Κρήτης και είναι το έκτο αγόρι της οικογένειάς του. Όταν ήταν 15 χρονών, πήγε σε μία σχολή μπαλέτου στο Ηράκλειο, όπου ήταν το μοναδικό αγόρι και εργαζόταν σκληρά. Οι μητέρες των συμμαθητριών του απαίτησαν από τη δασκάλα να φύγει από τη σχολή και τόσο για δική της λύπη όσο και ακόμα μεγαλύτερη δική του αναγκάστηκε να τα παρατήσει.
Περίμενε να τελειώσει το λύκειο, ώστε να μπορέσει να πάει στην Αθήνα και να γραφτεί σε μία σχολή χορού, πριν δώσει εξετάσεις στην Κρατική Σχολή Χορού, πράγμα που έγινε έπειτα από δύο χρόνια. Η απόφαση ήταν πολύ εύκολη γιατί ήταν το μοναδικό που επιθυμούσε και οι γονείς του ήταν συμπαραστάτες και υποστηρικτές του στην όλη του προσπάθεια.
«Ίσως να ταίριαζε εδώ αυτό που είπε και ο Ρωμαίος φιλόσοφος Σενέκας: «Εκείνον που θέλει, οι μοίρες τον οδηγούν, εκείνον που δεν θέλει, τον σέρνουν»» όπως έχει πει και ο ίδιος ο καταξιωμένος χορευτής.
Ως δευτεροετής φοιτητής στην Κρατική Σχολή Χορού, είδε για πρώτη φορά στο Ηρώδειο το «Café Müller» και την «Ιεροτελεστία της άνοιξης» του Στραβίνσκι σε χορογραφία Pina Bausch. Ήταν τόσο αποκαλυπτικό, σοκαριστικό και υπέροχο για αυτόν, που ήταν σίγουρος ότι εκεί ήθελε να ανήκει. Έτσι, όταν τελείωσε την Κρατική και αφού χόρεψε για έναν χρόνο στα χορικά της «Ζουζού Νικολούδη», πήρε το τρένο Αθήνα-Βούπερταλ και σε τρεις μέρες βρισκόταν στη Γερμανία, για να σπουδάσει στο Έσσεν, σε σχολή όπου η χορεύτρια που
θαύμαζε κατείχε τη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή.
«Ακούγεται εύκολο και όντως είναι όταν κοιτάς μονάχα τον στόχο σου. Και η νεότητα έχει αυτό το προσόν, αυτήν την «ιδιαιτερότητα». Να κοιτά τον στόχο και να μη στήνει εμπόδια, που όντως υπάρχουν, αλλά ευτυχώς τα αγνοεί».
Από το 1993 έως και σήμερα, χορεύει στο Χοροθέατρο του Βούπερταλ «Tanztheater Wuppertal» της Pina Bausch. Το 2002, έγινε βοηθός της θρυλικής χορογράφου και μετά τον θάνατο της, το 2009, Υπεύθυνος Προβών του χοροθεάτρου. Εδώ και 24 χρόνια ταξιδεύει ανά τον κόσμο, ερμηνεύοντας επί σκηνής ή προετοιμάζοντας έργα της Pina Bausch, όπως τα «Iphigenie aufTauris», «Sacre du printemps», «Kontakthof» , «Arien». Συμμετείχε ως ερμηνευτής στις ταινίες «Ηabla con ella» του Pedro Almodovar, «Pina» του Wim Wenders και ως χορογράφος στο φιλμ «Zenne the Dancer». Η πρώτη του προσωπική δουλειά, με τίτλο «Addio Αddio Αmore» είναι αφιερωμένη στην «Pina Bausch». Ακόμα, διδάσκει σε σεμινάρια ανά τον κόσμο.
«Η ατμόσφαιρα εμπιστοσύνης που δημιούργησε η Pina μαζί μας, με χορευτές από όλο τον κόσμο, καθένας με τις ιδιαιτερότητές του, τις αδυναμίες του και τα δυνατά του σημεία, συντέλεσαν σε αυτήν την ατμόσφαιρα ομαδικής και ατομικής δημιουργίας» παραδέχεται και συνεχίζει, «Όταν δημιουργούσαμε καινούργιο κομμάτι, κάναμε ατελείωτες πρόβες να ανακαλύψουμε κάτι απλό, κάτι ίσως πιο δύσκολο, αλλά πάντα, κάτι αληθινό. Με την Pina μάθαμε όχι μόνο πώς να κάνουμε κάτι, αλλά και γιατί το κάνουμε. Ανακάλυψα πράγματα που μέχρι τότε είχα την αντίθετη άποψη, δηλαδή τη λανθασμένη.
Εξαιτίας των συμπαραγωγών που κάναμε με διαφορετικές πόλεις του κόσμου, γνωρίσαμε διαφορετικές κουλτούρες, κάναμε πολλές φιλίες, σε διαφορετικές γλώσσες, σε διαφορετικά μήκη και πλάτη. Είδα ότι όλοι οι άνθρωποι έχουμε τα πάντα κοινά. Τον πόνο, την αγάπη, την απουσία, το χαμόγελο, τη μοναξιά, την οργή. Μόνο που τα εκφράζουμε με διαφορετικό τρόπο. Και την Pina πάντα την ενδιέφερε το ιδιαίτερο και το διαφορετικό. Και αυτό προσπάθησε να δουλέψει με τον καθένα μας ξεχωριστά. Είμαστε όλοι διαφορετικοί και όμως λειτουργούμε σαν ομάδα. Ό,τι πιο δημιουργικό.
Πιστεύω ότι με τα πάνω από 40 διαφορετικά έργα, ρεπερτόριο της ομάδας και με το ότι η ομάδα περιοδεύει και κάνει παραστάσεις ανά τον κόσμο, έχει έρθει σε επαφή με ένα ευρύ κοινό διαφορετικών εθνικοτήτων και ηλικιών. Στη δεκαετία του ‘70 το κοινό έφευγε βρίζοντας από το θέατρό μας, μην μπορώντας ή μη θέλοντας να καταλάβει τη δουλειά της Pinaς. Αλλάζουν οι εποχές. Σε όλο τον κόσμο οι παραστάσεις μας είναι γεμάτες και κάποιοι ακολουθούν την ομάδα ανά τον κόσμο για να παρακολουθούν τη δουλειά μας».
Η πρώτη φορά που δημιούργησε και συνέθεσε ένα δικό του έργο ήταν με το «Addio Addio Amore» για την Pina. Για το έργο του αυτό, όπως ανέφερε, μάζεψε «ιστορίες που μου είχε διηγηθεί εκείνη, ιστορίες που της είχα πει εγώ. Όνειρα που είχα μαζί της και της είχα πει»
Μετά από κάποιον καιρό που η Pina έφυγε από τη ζωή, άρχισε να συλλέγει υλικό για να φτιάξει ένα κομμάτι για αυτήν με όνειρα που είχε μαζί της και είχαν μοιραστεί, μερικές μικρές ιστορίες τής καθημερινότητάς τους. Έψαχνε κάποιες κινήσεις σιγά-σιγά, στα διαλείμματα, στα αεροπλάνα, στα ταξίδια της ομάδας και τις διακοπές.
Ήταν μέρος σε όλα τα κομμάτια της ομάδας είτε σαν χορευτής είτε ως διευθυντής προβών στα κομμάτια που ήταν βοηθός της Pinaς. Είχε ελάχιστο ελεύθερο χρόνο για πρόβες και του πήρε σχεδόν ένα χρόνο για να το ολοκληρώσει. Του έδωσε το τίτλο «Addio Addio Amore» από ένα παραδοσιακό τραγούδι της κάτω Ιταλίας που τραγουδάει η Σαβίνα Γιαννάτου, την οποία η Pina αγαπούσε πολύ. Παρουσιάστηκε ήδη στο Έσσεν στη Γερμανία, στο Λίβερπουλ, στην Κρήτη, στη Θεσσαλονίκη, στο Σαντιάγο της Χιλής, στην Ανκόνα.
«Για μένα ο χορός είναι το μέσο που με βοηθάει να εκφράσω όλα αυτά που ίσως αν ήμουν μουσικός ή ζωγράφος να το έκανα μέσα από τις νότες και τα χρώματα. Είναι αυτό που μου διεγείρει το μυαλό ώστε να είμαι δημιουργικός, να ψάχνω, να αισθάνομαι, να δημιουργώ με άλλους μαζί και, στην τελική, να με κάνει ευτυχισμένο. Είναι αυτό που με κάνει να μοιράζομαι με άλλους όλα αυτά που νομίζω ότι είναι αναγκαία και ενδιαφέροντα».
Στα 53 του χρόνια συνεχίζει να χορεύει. Το σώμα του, λέει, δεν έχει καταλάβει ακριβώς τον χρόνο που πέρασε και ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του χοροθεάτρου. «Δεν πρέπει να είναι τρόπος ζωής, πρέπει να μην μπορείς να ζεις χωρίς αυτό. Χορεύεις και με στραμπούληγμα. Παίρνεις παυσίπονα και συνεχίζεις. Σε καίει αυτό. Το υπέροχο πάθος σου». Ορισμένους ρόλους του προτιμά να τους δώσει στους νεότερους χορευτές της ομάδας, για να μάθουν τις κινήσεις και να υπάρχει συνέχεια στο όραμα της Pina Μπάους και στη διατήρηση του ρεπερτορίου της, το οποίο φυλάσσεται ως κόρη οφθαλμού.
Αν και ακόμη δεν σκέφτεται να αποχωρήσει από το χοροθέατρο, θέλει να μεταδώσει τα πράγματα που έμαθε στις νεότερες γενιές των χορευτών. «Αν δεν μοιράζεσαι κάτι, τότε αυτό δεν υπάρχει».