Σαν σήμερα: Υποδοχή ενός πλοίου – θρύλου του Πολεμικού Ναυτικού
Ήταν σαν σήμερα, 1η Σεπτεμβρίου του 1911, όταν το λιμάνι του Πειραιά γέμισε με εκατοντάδες πολίτες, οι οποίοι με περίσσιο ενθουσιασμό συγκεντρώθηκαν για να υποδεχθούν τον κατάπλου ενός πολεμικού πλοίου, το όνομα του οποίου στο πέρασμα του χρόνου, γράφτηκε με χρυσά γράμματα στην ιστορία της Ελλάδας.
Στις 27 Φεβρουαρίου του 1910, το θωρηκτό «Αβέρωφ» καθελκύστηκε για πρώτη φορά και έπειτα από ένα σύντομο ταξίδι στην Αγγλία με αφορμή τη στέψη του βασιλιά Γεωργίου του Ε’, παραδόθηκε στην Ελλάδα την 15η Μαΐου του 1911 και την 1η Σεπτεμβρίου, κατέπλευσε στον φαληρικό όρμο.
Η συγκυρία που άλλαξε την ιστορία, γράφτηκε στο Λιβόρνο της Ιταλίας, εκεί όπου ναυπηγήθηκε το πλοίο για τις ανάγκες του πολεμικού ναυτικού της Ιταλίας, όμως στη συνέχεια η παραγγελία ακυρώθηκε. Αυτό το μαντάτο, ώθησε την κυβέρνηση του Κυριακούλη Μαυρομιχάλη να εκδηλώσει ενδιαφέρον για την αγορά του, περίπου στα τέλη του 1909, προλαβαίνοντας παράλληλα τους Τούρκους, οι οποίοι είχαν εκφράσει το αντίστοιχο ενδιαφέρον. Μετά την άτυχη έκβαση του ελληνοτουρκικού πολέμου του 1897, η χώρα μας είχε προχωρήσει σε έναν εκτεταμένο εκσυγχρονισμό των ενόπλων δυνάμεών της με έμφαση στο πολεμικό ναυτικό, καθώς ο στόλος μέχρι τότε ήταν απαρχαιωμένος και για να προκύψει η κυριαρχία στο Αιγαίο, απαιτούνταν η ένταξη νέων, σύγχρονων πλοίων.
Ο τότε Υπουργός Ναυτικών, Ιωάννης Δαμιανός, γνωστός για τις διαπραγματευτικές του ικανότητες, κατάφερε να περιορίσει το κόστος του θωρακισμένου καταδρομικού στα 24.000.000 δραχμές. Το 1/3 του ποσού καταβλήθηκε από το κληροδότημα του ηπειρώτη επιχειρηματία και εθνικού ευεργέτη Γεωργίου Αβέρωφ (1815-1899) και εξ αυτού του λόγου το πλοίο έλαβε το όνομά του.
Εκείνη την εποχή, θεωρούταν πλοίο τελευταίας τεχνολογίας, ατμοκίνητο, έφτανε μέγιστη ταχύτητα πλεύσης τους 24 κόμβους ενώ υπολογιζόταν και πλήρωμα 20 αξιωματικών και 680 ναυτών.
Με αυτό ως ναυαρχίδα του πολεμικού μας στόλου, καταφέραμε να αλλάξουμε τις ισορροπίες στο Αιγαίο. Από την έναρξη του Α’ Βαλκανικού πολέμου, το «Αβέρωφ» επέβαλε την παρουσία του και έδωσε μία εντελώς διαφορετική επιχειρησιακή ικανότητα στην Ελλάδα. Ο ναύαρχος Κουντουριώτης, κυβερνήτης του «Αβέρωφ», έγραψε τη δική του ιστορία ηγούμενος στις νικηφόρες ναυμαχίες της Έλλης τον Δεκέμβριο του 1912 αλλά και τις Λήμνου τον Ιανουάριο του 1913 κατά του τουρκικού στόλου, δείχνοντας για μία ακόμη φορά ότι η ναυτοσύνη των Ελλήνων είναι αξεπέραστη.
Με την Ελλάδα να αποτελεί μία από τις νικήτριες δυνάμεις του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, τον Οκτώβριο του 1918 το «Αβέρωφ» αγκυροβόλησε στην Κωνσταντινούπολη και ύψωσε την ελληνική σημαία απέναντι από το παλάτι του Σουλτάνου.
Ξεχωριστή η συνεισφορά του το καλοκαίρι του 1922 όπου μετά την κατάρρευση του Μικρασιατικού μετώπου, βοήθησε στη μεταφορά των στρατευμάτων και των ξεριζωμένων ελλήνων, στα παράλια της Ιωνίας.
Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου πολέμου, γερασμένο πια, εξακολουθούσε να παραμένει η ναυαρχίδα του στόλου της Ελλάδας. Τον Απρίλιο του 1941, μετά τη γερμανική εισβολή, υπήρξε η σκέψη να βυθιστεί ούτως ώστε να μην παραδοθεί στον εχθρό, όμως στη συνέχεια εγκαταλείφθηκε. Το «Αβέρωφ» συνέχισε τη δράση του στην Αλεξάνδρεια και για το υπόλοιπο του πολέμου συμμετείχε σε νηοπομπές στον Ινδικό Ωκεανό.
Ο επίλογος του Θωρηκτού «Αβέρωφ», γράφτηκε με τις δύο τελευταίες – ειρηνικές αποστολές του. Τη μεταφορά της κυβέρνησης της Απελευθέρωσης του Γεωργίου Παπανδρέου στον Πειραιά, την 17η Οκτωβρίου 1944 και το ταξίδι του στη Ρόδο στις 15 Μαΐου 1945, όπου έφερε το μήνυμα της προσάρτησης των Δωδεκανήσων στην Ελλάδα.
Παροπλίστηκε το 1952 και μέχρι σήμερα ναυλοχεί στο Φάληρο, όπου λειτουργεί ως Πολεμικό Μουσείο.
Το θωρηκτό «Γεώργιος Αβέρωφ» αποτελεί ένα πλοίο – θρύλο του Πολεμικού Ναυτικού της Ελλάδας. Δύσκολα συναντάς στην παγκόσμια ιστορία ένα αντίστοιχο πλοίο που να συνδέθηκε για τόσα χρόνια με την ιστορία ενός έθνους.