Ο περίφημος «μεθύστακας» του ελληνικού κινηματογράφου που… δεν έπινε ποτέ!
Μύθοι

Ο περίφημος «μεθύστακας» του ελληνικού κινηματογράφου που… δεν έπινε ποτέ!

«Πάλι μέθυσες; Σαν τον Ορέστη Μακρή πίνεις». Ο άνθρωπος που το ονοματεπώνυμο του, εξακολουθεί να είναι μέχρι και σήμερα, στις κατά πολύ νεότερες γενιές που πλέον τον μαθαίνουν μέσα από τις ταινίες του, συνυφασμένο με το μεθύσι, ο Ορέστης Μακρής, σίγουρα δεν θα ήθελε να τον θυμούνται με αυτόν τον τρόπο. Ακόμα περισσότερο δε, αφού ο ηθοποιός δεν έπινε καθόλου στην προσωπική του ζωή.

Στην πραγματικότητα, ο Ορέστης Μακρής ήταν ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες ηθοποιούς της γενιάς του. Άφησε το δικό του, ξεχωριστό στίγμα στον κινηματογράφο, όμως χάρισε στο φιλοθεάμον κοινό, το οποίο την εποχή που μεγαλουργούσε, γέμιζε τα θέατρα, μερικές αξέχαστες θεατρικές ερμηνείες που μνημονεύονται μέχρι και σήμερα.

Αυτό όμως που λίγοι γνωρίζουν για τον Ορέστη Μακρή, είναι ότι είχε και μία θαυμάσια φωνή.

Γεννήθηκε στις 30 Σεπτεμβρίου 1899 στη Χαλκίδα και έφυγε σαν σήμερα το 1975. Σπούδασε φωνητική μουσική στο Ωδείο Αθηνών και στα 20 του στρατεύτηκε και υπηρέτησε στη Μικρά Ασία. Εμφανίσθηκε στη σκηνή πρώτα ως τενόρος στο θίασο Ροζαλίας Νίκα το 1925, κατόπιν στον θίασο του Ιωάννη Παπαϊωάννου και αργότερα μεταπήδησε στο είδος των κωμικών ρόλων. Το 1939 συνέπραξε με το θίασο Νίκου Μηλιάδη – Κυριάκου Μαυρέα.

Ο Αντώνιος Βώττης τον καθιέρωσε στην επιθεώρηση. Διαβλέποντας το πλούσιο υποκριτικό του ταλέντο, του ανέθεσε τον ρόλο τού «μεθυσμένου», που είχε γράψει πριν από τρία χρόνια και δεν έβρισκε τον κατάλληλο ηθοποιό να το ερμηνεύσει. Τραγουδώντας και παίζοντας το νούμερο «Με λεν μπεκρή» στην επιθεώρηση «Ο παπαγάλος» του 1932 με τον θίασο του Σπύρου Πατρίκιου, έγινε εν μία νυκτί πρωταγωνιστής του ελαφρού θεάτρου. «Τους μπεκρήδες και αν δικάσουνε, άδικα θα τους κρεμάσουνε», έλεγε ξεσηκώνοντας το κοινό που έσπευδε στο θέατρο μόνο και μόνο για να απολαύσει το συγκεκριμένο νούμερο.

Που οφείλει την εξαιρετική του ερμηνεία; Σε ένα πραγματικό πρόσωπο που συχνά περιφερόταν στα γραφικά ταβερνάκια της Πλάκας. Ο Μακρής τον είχε δει και είχε αντιγράψει εκφράσεις και κινήσεις του για να τις μεταφέρει στον ρόλο που έπαιζε στην παράσταση.

Ο Ορέστης Μακρής, καθιερώθηκε στο ρόλο του “μεθύστακα”, μόλις τη δεύτερη ταινία του, στον οποίο έδωσε κοινωνικές διαστάσεις: «έπινε» για να ξεπεράσει τα αδιέξοδα της ζωής. Τον ίδιο χαρακτήρα ενσάρκωσε και στον κινηματογράφο το 1950, στην ταινία του Γιώργου Τζαβέλλα «Ο Μεθύστακας». Ο ίδιος όπως λένε δεν έπινε ούτε γουλιά κρασί.

Τους τύπους αυτούς απαθανάτισε ο κινηματογραφικός φακός στις ταινίες «Ο γρουσούζης» (1952), «Η κάλπικη λίρα» (1955), «Η θεία από το Sικάγο» (1957), «Το αμαξάκι» (1957), «Η κυρά μας η μαμή» (1958), «Το ξύλο βγήκε από τον παράδεισο» (1959), «Η Χιονάτη και τα επτά γεροντοπαλλήκαρα» (1960), που τον ανέδειξαν σε θεμελιωτή του νεορεαλιστικού ύφους στην υποκριτική, σύμφωνα με τον κριτικό Κώστα Γεωργουσόπουλο.

Με ευγένεια που σπανίζει, ήθος, μετρημένος και σοβαρός αλλά και με καυστικό χιούμορ, ο Ορέστης Μακρής δεν είχε την παραμικρή σχέση ως χαρακτήρας με τους ρόλους που ενσάρκωνε στον κινηματογράφο.

Ελάχιστα είναι γνωστά για την προσωπική του ζωή. Σε ένα σπάνιο ντοκουμέντο με την κόρη του, Κατερίνα, στο σπίτι του στο Χαλάνδρι, στις αρχές της δεκαετίας του ’70 λίγα χρόνια πριν φύγει από την ζωή, όπως γράφει και ο συλλέκτης φωτογραφιών, Άρης Λουπάσης, ο οποίος συνεχίζει δίνοντας ένα στίγμα για την προσωπική ζωή του καλλιτέχνη:

«Ο γάμος του με την Βαρβάρα που υπήρξε ο μεγάλος έρωτας και η σύντροφος της ζωής του, γίνεται τέλη της δεκαετίας του ’20 όπου αποκτούν την Κατερίνα και στην συνέχεια τον γιο τους Θεμιστοκλή. Όπως αναφέρει σε συνέντευξη η κόρη του, υπήρξε ένας άριστος πατέρας, πάντα σεμνός και διακριτικός που δεν επιθυμούσε να δείχνει πόσο σπουδαίος υπήρξε στον χώρο της υποκριτικής. Η οικογένεια τα πρώτα χρόνια διαμένει στην οδό Αδριανού στην Πλάκα και το ’54 στα χρόνια των μεγάλων κινηματογραφικών επιτυχιών μετακομίζει σε μια όμορφη μονοκατοικία στο Χαλάνδρι. Το συγκεκριμένο σπίτι βρίσκεται στην περιοχή της Φραγκοκλησιάς στο ύψος της Λ. Πεντέλης όπου ένα από τα στενά του δρόμου φέρει και το όνομά του».

ΠΡΟΣΘΕΣΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ