Από το Λονδίνο πίσω στην Ελλάδα για να στηρίξει το Εθνικό Σύστημα Υγείας
Η μετάβαση από το Brain Drain στο Brain Gain, από τη μεγάλη φυγή εργαζομένων, όλων των ειδικοτήτων από την Ελλάδα, την εποχή της κρίσης, στην σταδιακή επιστροφή τους, είναι ένα πολύ μεγάλο και δύσκολο στοίχημα που θα μας απασχολεί για αρκετά χρόνια ακόμα.
Το «κύμα» οικονομικής μετανάστευσης από την Ελλάδα, παρατηρήθηκε ακόμα περισσότερο στον ιατρικό κλάδο, κάτι που έχει αντίκτυπο μέχρι και σήμερα, αφού η στελέχωση του ΕΣΥ με ιατρονοσηλευτικό προσωπικό, αλλά και η επιστροφή των χιλιάδων γιατρών που μετανάστευσαν στο εξωτερικό στα χρόνια των μνημονίων, απασχόλησαν πρόσφατα και την Ολομέλεια των Ιατρικών Συλλόγων της χώρας. Σύμφωνα με την πρόσφατη έρευνα του ΟΟΣΑ το καλοκαίρι του 2023, εκτιμάται ότι από το 2010 – εποχή που η χώρα μας μπήκε σε καθεστώς μνημονίων και επιτήρησης – και έως σήμερα, 20.000 Έλληνες γιατροί έχουν φύγει στο εξωτερικό, αναζητώντας καλύτερες συνθήκες εργασίας και καλύτερες αμοιβές.
Από το 2019, παρατηρείται σταδιακά μια μείωση του ιατρικού προσωπικού που μεταναστεύει και παράλληλα μια αύξηση των ιατρών που επιστρέφουν στη χώρα μας, στο πλαίσιο του Brain Gain. Ένας από αυτούς, είναι ο 46χρονος Χρήστος Κοντοβουνίσιος, ο οποίος μιλώντας στο ygeiamou, εξηγεί τους λόγους που τον έκαναν να επιστρέψει στην Ελλάδα και να ενισχύσει το ΕΣΥ.
Γενικός χειρουργός, εξειδικευμένος στη χειρουργική του παχέος εντέρου, Διδάκτωρ της Ιατρικής Σχολής Αθηνών με πολλές δημοσιεύσεις, το 2012 ολοκλήρωσε τους τελευταίους έξι μήνες της ειδικότητας στο εξιδικευμένο Ογκολογικό Νοσοκομείο Royal Marsden Hospital London υπό την επίβλεψη του διεθνώς αναγνωρισμένου Καθηγητή χειρουργικής του Imperial College κ. Πάρη Τέκκη.
Ξεκίνησε να εργάζεται σε νοσοκομεία αναφοράς σε παθήσεις της Γενικής Χειρουργικής και της Χειρουργικής του Εντέρου και του Ορθού στο Λονδίνο και μετά εκπαιδεύτηκα σε αντιμετώπιση δύσκολων περιπτώσεων καρκίνου του παχέος εντέρου και έλαβα εξειδίκευση στη ρομποτική χειρουργική στο παχύ έντερο καθώς και σε προχωρημένους καρκίνους παχέος εντέρου και υποτροπές της νόσου.
Από το 2016, ακολούθησε ακαδημαϊκή χειρουργική καριέρα στο Πανεπιστήμιο Imperial College, ενώ τον Νοέμβριο του 2018 εξελίχθηκε σε Αναπληρωτής Καθηγητής έπειτα από μια διαδικασία ετήσιας αξιολόγησης και προϋποθέσεων σχετικά με δημοσιεύσεις, επίβλεψη φοιτητών και έρευνα.
«Από την πρώτη στιγμή με τη σύζυγό μου, επίσης Ιατρό-Χειρουργό με μεγάλη εξειδίκευση στο μαστό θέλαμε να επιστρέψουμε πίσω. Ωστόσο, όταν προχωράς στο εξωτερικό είναι δύσκολο να τα αφήσεις και να γυρίσεις», επισημαίνει, όμως όπως φάνηκε και για εκείνον ήρθε η κατάλληλη στιγμή.
Τον Απρίλιο του 2023, το Υπουργείο Υγείας προχώρησε στην προκήρυξη Συντονιστών Διευθυντών στα δημόσια νοσοκομεία. «Είναι μια θέση με προοπτική, η οποία στο παρελθόν δεν υπήρχε. Μου έδωσε αυτό που χρειαζόμουν για να επιστρέψω αφού δεν είχε προκηρυχθεί αντίστοιχη θέση για πολλά χρόνια στο ΕΣΥ» , λέει ο κ. Κοντοβουνήσιος.
Με τη φιλοδοξία, η Β΄ Χειρουργική Κλινική, όπου θα τοποθετηθεί, να μην υστερεί σε τίποτα από τις κλινικές του εξωτερικού και να μπορεί να αντιμετωπίζει ακόμη και τα πιο δύσκολα περιστατικά καρκίνων του παχέος εντέρου, ο κ. Κοντοβουνήσιος έχει αποδεχθεί τη θέση του Συντονιστή Διευθυντή στον Ευαγγελισμό και αναμένεται να εκδοθεί ο διορισμός του, ενώ έχει διατηρήσει την ακαδημαϊκή του δραστηριότητα στην Αγγλία, σε ρόλο επίτιμου.
«Ο Ευαγγελισμός είναι από τα μεγαλύτερα νοσοκομεία της χώρας μας που παρέχει υψηλού επιπέδου υπηρεσίες υγείας, αξιοποιώντας την τεχνογνωσία και την μακρόχρονη επιστημονική και διοικητική εμπειρία των στελεχών του. Τα δημόσια νοσοκομεία στην Ελλάδα είναι σε θέση να χειριστούν εξαιρετικά μεγάλης βαρύτητας περιστατικά», λέει ο κ. Κοντοβουνήσιος ο οποίος εκθειάζει το επίπεδο των Ελλήνων γιατρών: «Το επίπεδο των γιατρών είναι πολύ υψηλό. Και σας το λέω καθώς είχα την ευκαιρία να συναντήσω πολλούς ξένους γιατρούς. Οι Έλληνες δεν υστερούν σε τίποτα σε σχέση με το ιατρικό δυναμικό άλλων χωρών και ευελπιστώ το concept του Brain Gain να συνεχιστεί και να ευδοκιμήσει. Από εκεί και έπειτα κάθε υγειονομικό σύστημα έχει τα θετικά του και τα αρνητικά του. Στην Ελλάδα λείπουν δύο σημαντικά στοιχεία στην εκπαίδευση . Το ένα είναι οι εξειδικεύσεις. Το δεύτερο ότι κατά τη διάρκεια της ειδικότητας, χρειάζεται ένα περισσότερο δομημένο πρόγραμμα σπουδών για τον ειδικευόμενο».