Ελληνίδα επιστήμονας ερευνά τη μεταδοτικότητα της ελονοσίας
Καλά Νέα

Ελληνίδα επιστήμονας ερευνά τη μεταδοτικότητα της ελονοσίας

Ερευνητές στη Σχολή Δημόσιας Υγείας του Χάρβαρντ και στο Πανεπιστήμιο της Περούτζια στην Ιταλία δημοσίευσαν μελέτη που παρέχει νέα εξήγηση στην υψηλή μολυσματικότητα ορισμένων ειδών κουνουπιών. Στην ερευνητική ομάδα συμμετείχε και μια Ελληνίδα επιστήμονας, η Ευδοξία Κακάνη.

Οι ερευνητές, υπό την καθοδήγηση της αναπληρώτριας καθηγήτριας Flaminia Catteruccia, διαπίστωσαν ότι η ικανότητα των θηλυκών κουνουπιών να μεταδίδουν την ελονοσία καθορίζεται εν μέρει από την αναπαραγωγική τους βιολογία. Η ελονοσία παραμένει ένα σημαντικό παγκόσμιο πρόβλημα υγείας. Σε περιοχές όπως η υποσαχάρια Αφρική και η Ασία παραμένει η σημαντικότερη παρασιτική νόσος. Η δημοσίευση της έρευνας έγινε στο διεθνές επιστημονικό περιοδικό «Science».

Η νόσος προκαλείται από το παράσιτο «πλασμώδιο», που μεταδίδεται στον άνθρωπο με το τσίμπημα του θηλυκού μόνο κουνουπιού του γένους των ανωφελών. Ωστόσο, από τα 400 είδη του γένους, μόνο τα 30-40 θεωρούνται σημαντικοί φορείς και οι λόγοι για αυτήν την ιδιαιτερότητα παραμένουν άγνωστοι, σύμφωνα με τους ερευνητές της παραπάνω ομάδας.Στη νέα μελέτη εξετάστηκαν ανωφελή είδη από όλο τον κόσμο, συμπεριλαμβανομένων των πλέον σημαντικών αλλά και των λιγότερο σημαντικών φορέων ελονοσίας.

Η ομάδα της Dr Catteruccia βρήκε μεγάλες διαφορές ανάμεσα στα διαφορετικά είδη ως προς τα γαμήλια δώρα που προσφέρουν: τη δημιουργία, δηλαδή, του συζευκτικού πώματος και των επιπέδων της ορμόνης 20Ε. Στο σχετικά αβλαβές είδος της Νοτίου Αμερικής Anopheles albimanus, για παράδειγμα, δεν δημιουργείται συζευκτικό πώμα και τα επίπεδα της 20Ε είναι σχεδόν μη ανιχνεύσιμα. Αντιθέτως, οι τέσσερις σημαντικότεροι φορείς της ελονοσίας παρουσιάζουν τα υψηλότερα επίπεδα της ορμόνης 20Ε και το πλέον καλοσχηματισμένο και αποτελεσματικό συζευκτικό πώμα, το οποίο είναι απίθανο να αποτελεί σύμπτωση. Η ερευνητική ομάδα διαπίστωσε, επίσης, ότι η εξέλιξη αυτών των αναπαραγωγικών χαρακτηριστικών στο αρσενικό έχει οδηγήσει σε αμοιβαίες προσαρμογές στο θηλυκό, οι οποίες σε συνδυασμό ευνοούν την επιβίωση του πλασμωδίου και τη μετάδοση της ελονοσίας.

Η Ευδοξία Κακάνη είναι μία από τους βασικούς ερευνητές. Είναι ερευνήτρια του Πανεπιστημίου της Περούτζια και του Χάρβαρντ. Έχει καταγωγή από την Κατερίνη και είναι απόφοιτος του Τμήματος Βιοχημείας και Βιοτεχνολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας.

«Η μελέτη μας μπορεί να οδηγήσει στην ανάπτυξη νέων μεθόδων ελέγχου της ελονοσίας. Εάν μπορέσουμε να αποτρέψουμε την απόκριση του θηλυκού στην ορμόνη 20Ε θα έχουμε μέγιστη επίδραση μόνο σε εκείνα τα είδη ανωφελών κουνουπιών που παρουσιάζουν το μεγαλύτερο κίνδυνο μετάδοσης της ελονοσία» δήλωσε η Ευδοξία Κακάνη.

ΠΡΟΣΘΕΣΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ