Οι Έλληνες που συμμετείχαν στην αποστολή του διαστημικού σκάφους Cassini
Την Παρασκευή 15 Σεπτεμβρίου 2017 το διαστημικό σκάφος Cassini θα ολοκληρώσει την 20ετή αποστολή του. Θα προσκρούσει πάνω στον πλανήτη Κρόνο, καθώς τα καύσιμα του πλέον δεν επαρκούν για να συνεχίσει να ταξιδεύει και να συλλέγει δεδομένα. Ανάμεσα στους ερευνητές που όλα αυτά τα χρόνια συμμετείχαν στην ανάλυση των πολύτιμων στοιχείων που παρείχε το Cassini και τα οποία άνοιξαν νέους ορίζοντες στην επιστήμη, βρίσκονται αρκετοί Έλληνες επιστήμονες.
Οι Έλληνες επιστήμονες συμμετείχαν σε διάφορα στάδια της αποστολής. Μερικοί εξ αυτών βρίσκονται ήδη στις ΗΠΑ, όπου έχουν προσκληθεί να παρακολουθήσουν από κοντά στο Εργαστήριο Αεριοώθησης (JPL) της Αμερικανικής Διαστημικής Υπηρεσίας (NASA), στην Πασαντίνα της Καλιφόρνια, την ολοκλήρωση της αποστολής του Cassini, όπως ο κ. Κριμιζής και η κ. Κουστένη.
Το ellines.com επικοινώνησε με τους Έλληνες επιστήμονες που συμμετείχαν για να μοιραστούν μαζί μας τις σκέψεις τους για την ολοκλήρωση της αποστολής Cassini.
Ο Σταμάτης Κριμιζής είναι επικεφαλής ερευνητής σε διάφορες διαστημικές αποστολές της NASA, συμπεριλαμβανομένης και της αποστολής του Cassini-Huygens στον Κρόνο και στον Τιτάνα. Ήταν ο επικεφαλής επιστήμονας (Principal Investigator) σε ένα από τα 12 όργανα του Cassini, το ΜΙΜΙ, όργανο απεικόνισης της μαγνητόσφαιρας και το οποίο ατασκευάστηκε στο εργαστήριό του, στο Πανεπιστήμιο Τζονς Χόπκινς.
“Βρίσκομαι στην Pasadena, CA για συνεδρίαση της επιστημονικής ομάδας του Cassini και την τελική φάση της αποστολής. Το όργανο Cassini σχεδιάστηκε για να απεικονίσει τα ιόντα που παγιδεύονται στη μαγνητόσφαιρα του Κρόνου. Δεν πιστεύαμε ποτέ ότι θα δούμε αυτά που βλέπουμε και ότι θα μπορέσουμε να απεικονίσουμε τα όρια της ηλιόσφαιρας. Στην αρχική ομάδα μας συμμετείχαν συνάδελφοι από τις ΗΠΑ, Γερμανία και Γαλλία, αλλά με κάποια ελληνική «γεύση». Ο εκπρόσωπος της Γαλλίας π.χ. είναι ο Δρ. Δάνδουρας από το Πανεπιστήμιο Paul Sabbatier της Toulouse”.
Η Αθηνά Κουστένη, Διευθύντρια ερευνών στο Εθνικό Κέντρο Επιστημονικής Έρευνας της Γαλλίας και μέλος της ομάδας σύνθετων υπέρυθρων φασματόμετρων του Cassini στο Observatoire de Paris, συμμετέχει στην αποστολή Cassini-Huygens από τη σύλληψη της δημιουργίας της και την ανάπτυξή της στη δεκαετία του 1990.
“Η αποστολή Cassini τελειώνει στις 15 Σεπτεμβρίου 2017 με ένα εκπληκτικό “Grand Finale”, έχοντας εκπλήξει επιστήμονες και κόσμο με έξοχες ανακαλύψεις που αφορούν όλο το σύστημα του Κρόνου και έχοντας πετάξει 127 φορές πάνω από τον Τιτάνα, τον μεγαλύτερο δορυφόρο που μοιάζει με τη Γη μας, συγκεντρώνοντας ένα μεγάλο όγκο δεδομένων σε όλους τους τομείς. Βρίσκομαι επί τόπου, στο JPL της NASA για να ζήσω από κοντά τις τελευταίες μέρες της φανταστικής αυτής αποστολής… Θα ασχοληθώ με την ανάλυση ολων αυτών των δεδομένων για αρκετά χρόνια ακόμα.
Έχω συμμετάσχει στην αποστολή Cassini-Huygens από τη σύλληψη της δημιουργίας της και την ανάπτυξη της στη δεκαετία του 1990, οπότε αισθάνομαι λύπη για το τελος αυτής της υπέροχης περιπέτειας. Τα τελευταία χρόνια (από το 2004 έως σήμερα), ασχολήθηκα με τη ανάλυση των δεδομένων που λαμβάνονται από την αποστολή Cassini-Huygens και αφορούν το σύστημα του Κρόνου, και ιδιαίτερα του μεγαλύτερου δορυφόρου του, του Τιτάνα. Ως συν-ερευνήτρια τεσσάρων οργάνων της αποστολής αυτής (2 του διαστημοπλοίου σε τροχιά Cassini: VIMS και CIRS και 2 του ανιχνευτή Huygens: HASI και DISR), έχω πρόσβαση σε μια μεγάλη ανάκτηση δεδομένων, και περνάω πολύ χρόνο αναλύοντας τις μετρήσεις κυρίως που αφορούν στον Τιτάνα, αλλά και κάποιων άλλων παγωμένων δορυφόρων του Κρόνου, συμπεριλαμβανομένων του Εγκέλαδου, ενός φεγγαριού του Κρόνου από το νότιο πόλο του οποίου εκρήγνυνται θερμοπίδακες.
Αυτά τα όργανα μας επέτρεψαν να ανακαλύψουμε:
- πως αλλάζει η ατμόσφαιρα του Τιτάνα με τις εποχές που διαρκούν 7,5 χρόνια η κάθε μια…
- την χημική σύσταση της επιφάνειας, και την περιεκτικότητα του μεθανίου.
- την χημεία και την σύσταση της στρατόσφαιρας του Τιτάνα και νέα μόρια στα φάσματα CIRS φτιάχνοντας ένα πλήρες μοντέλο της ατμόσφαιρας συμπεριλαμβανομένων των εποχιακών επιδράσεων και άλλων πτυχών της μετεωρολογίας του δορυφόρου.
- την επιφάνεια και το εσωτερικό του Τιτάνα και του Εγκέλαδου, με έμφαση στην τεκτονική ανάλυση των δεδομένων που αντανακλούν μάλλον σε μια πρόσφατη ηφαιστειακή δραστηριότητα και την ύπαρξη ενός εσωτερικού ωκεανού υγρού νερού στους δύο δορυφόρους.
Για την ερμηνεία όλων αυτών των δεδομένων, όσον αφορά στη φύση της ατμόσφαιρας και της επιφάνειας του Τιτάνα και του Εγκέλαδου, δουλεύω σε συνεργασία με πολλούς Ευρωπαίους και Αμερικανούς συναδέλφους.
Στο μέλλον ελπίζω να επιστρέψουμε στο σύστημα του Κρόνου γιατί το Κασσινι μας έφερε πολλές ανακαλύψεις, αλλά και νέα ερωτήματα… Πρέπει να εξερευνήσουμε τους δορυφόρους Τιτάνα και Εγκέλαδο από κοντά με οχήματα στο έδαφος, γιατί η σύσταση της επιφάνειας και οι εσωτερικοί ωκεανοί νερού θέλουν επιβεβαίωση και χαρακτηρισμό. Πρέπει να γυρίσουμε σε μια νέα εποχή για να δούμε τι αλλάζει στην επιφάνεια και στην ατμόσφαιρα του Κρόνου και του Τιτάνα. Να δούμε αν οι πίδακες του Εγκέλαδου αλλάζουν περιοχή και αν είναι ακόμα ορατοί ή αν είναι εποχιακά φαινόμενα… Να μάθουμε ποιά είναι η ηλικία και η σύσταση των δακτυλίων. Έχουμε πολλά πράγματα να εξερευνήσουμε ακόμα για να ικανοποιηθεί η περιέργεια του κοινού και των επιστημόνων…
Μαζί με τη σχετική στενοχώρια για το τέλος της αποστολής, έχω και τη χαρά να ζήσω μια νέα αποστολή εφόσον το διαστημόπλοιο τις τελευταίες μέρες και όταν θα βουτήξει στην ατμόσφαιρα του Κρόνου θα μας δώσει την ευκαιρία να πάρουμε πολλά καινούργια στοιχεία για τους δακτύλιους, τους δορυφόρους και τον πλανήτη”.
O Γιάννης Δάνδουρας είναι συν-επικεφαλής ερευνητής στην ομάδα του Οργάνου Μαγνητοσφαιρικής Απεικόνισης (ΜΙΜΙ) του Cassini.
“Η συμμετοχή μου στο διαστημικό σκάφος Cassini ήταν με τον σχεδιασμό και την δημιουργία της ηλεκτρονικής μονάδας, πάνω στο σκάφος, που ελέγχει τη λειτουργία και επεξεργάζεται ψηφιακά τις μετρήσεις ενός από τα όργανα του Cassini, του MIMI (Magnetospheric Imaging Instrument). Υπεύθυνος του οργάνου MIMI ήταν ο κ. Κριμιζής, από το Johns Hopkins University (Maryland), ενώ η ομάδα μου στο Πανεπιστήμιο της Τουλούζης ανέλαβε τον “ηλεκτρονικό εγκέφαλο” αυτού του οργάνου. Σκοπός του MIMI ήταν η μελέτη της μαγνητόσφαιρας του Κρόνου μέσω της απεικόνισής της με μια καινούργια τεχνική, την ανίχνευση ενεργητικών ουδετέρων ατόμων που εκπέμπει η μαγνητόσφαιρα.
Στη συνέχεια, χάρη στις μετρήσεις του MIMI, εργάστηκα στη μελέτη της αλληλεπίδρασης ανάμεσα στη μαγνητόσφαιρα του Κρόνου και στην ανώτερη ατμόσφαιρα του Τιτάνα, του μόνου δορυφόρου στο Ηλιακό μας σύστημα που έχει μια τόσο πυκνή ατμόσφαιρα, και που η σύνθεσή της έχει πολλές αναλογίες με τη σύνθεση της προβιωτικής ατμόσφαιρας της Γης. Με αυτό τον τρόπο κατανοήσαμε λίγο καλύτερα τους φυσικούς μηχανισμούς στην ανώτερη ατμόσφαιρα του Τιτάνα”.
Ο Νικόλαος Πασχαλίδης είναι Κύριος Επιστημονας και Διευθυντής Τεχνολογίας στο τμήμα Heliophysics Science (HSD) του NASA Goddard Space Flight Center. Κατείχε ηγετικούς ρόλους με συστήματα υψηλής τεχνολογίας σε πολλές αποστολές της NASA και της ESA, μεταξύ των οποίων και η αποστολή Cassini.
“Εργάστηκα στο Cassini κατά τη διάρκεια της φάσης ανάπτυξης και κατασκευής στη δεκαετία του 1990. Υπήρξε μια μεγάλη ώθηση εκείνη την εποχή για να καταστήσουμε έξυπνα, χαμηλής ισχύος και μικρού μεγέθους συστήματα υψηλής τεχνολογίας που μπορούν να επιβιώσουν αξιόπιστα για μεγάλο χρονικό διάστημα. Επικέντρωσα τις προσπάθειές μου στον σχεδιασμό και την ανάπτυξη από την αρχή ενός συνόλου ειδικών ολοκληρωμένων κυκλωμάτων εφαρμογών (ASIC) και ηλεκτρονικών για το όργανο σωματιδίων MIMI, του οποίου επικεφαλής επιστήμονας ήταν ο κ. Σταμάτης Κριμιζής. Μετά από μια επιτυχημένη ανάπτυξη και διαστημική πιστοποίηση το σύστημα ενσωματώθηκε στο όργανο MIMI και για 20 χρόνια τώρα λειτούργησε άψογα και παρήγαγε άριστες μετρήσεις σωματιδίων στη μαγνητόσφαιρα του Κρόνου“.
Ο Ηλίας Ρούσσος συμμετείχε στο πείραμα MIMI.
“Το Cassini είναι το δεύτερο μεγαλύτερο διαστημόπλοιο που έχει κατασκευαστεί με στόχο την εξερεύνηση ενός από τους πλανήτες του ηλιακού μας συστήματος, τον Κρόνο. Εκτοξεύτηκε το 1997 από το ακρωτήριο Κανάβεραλ στη Φλόριντα των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής και μπήκε σε τροχιά 7 χρόνια αργότερα, τον Ιούλιο του 2004. Λίγους μήνες μετά, απελευθέρωσε την ευρωπαϊκή διαστημοσυσκευή Huygens προς τον Τιτάνα, τον δεύτερο μεγαλύτερο φυσικό δορυφόρο του ηλιακού συστήματος και τον μόνο που περιβάλλεται από πυκνή ατμόσφαιρα. Το Huygens εισήλθε την ατμόσφαιρα του Τιτάνα στις 14 Ιανουαρίου του 2005, την οποία μελέτησε εκτενώς κατά την κάθοδό του, προτού προσεδαφιστεί με επιτυχία στην επιφάνεια του. Το τροχιακό σκάφος Cassini συνεχίζει την εξερεύνηση του Κρόνου, των φεγγαριών του και των δακτυλίων του μέχρι και το προγραμματισμένο τέλος του (15 Σεπτεμβρίου του 2017), με τα 12 πειράματα που μεταφέρει. Έως σήμερα έχουν δημοσιευθεί σχεδόν 4000 επιστημονικές εργασίες, πολλές από τις οποίες αφορούν ξεχωριστές και απρόσμενες ανακαλύψεις, όπως για παράδειγμα η παρατήρηση πιδάκων υδρατμού και παγοκρυστάλλων στο νότιο πόλο του Εγκέλαδου, ενός από τους 62 δορυφόρους τους Κρόνου. Σήμερα γνωρίζουμε πως οι πίδακες αυτοί πηγάζουν από ένα ωκεανό νερού στο υπέδαφος αυτού του φεγγαριού, καθιστώντας τον Εγκέλαδο έναν από τους πιο ελκυστικούς στόχους για μελλοντική εξερεύνηση και αναζήτηση μικροβιακής ζωής στο ηλιακό μας σύστημα.
Εγώ συμμετέχω στο πείραμα MIMI (Magnetospheric Imaging Instrument), διευθυντής του οποίου είναι ο ακαδημαϊκός Δρ. Σταμάτιος Κριμιζής. Το πείραμα περιλαμβάνει τρεις μετρητές φορτισμένων και ουδέτερων σωματιδίων υψηλής ενεργειας, τα οποία διαμορφώνουν το διαστημικό περιβάλλον του Κρόνου, όπως π.χ. τις ζώνες σωματιδιακής ακτινοβολίας του πλανήτη οι οποίες συνυπάρχουν με κάποια από τα φεγγάρια του. Στόχος είναι να καταλάβουμε τη δομή αυτού του περιβάλλοντός, ποιοι φυσικοί μηχανισμοί το διαμορφώνουν, πως μεταβάλλεται με το χρόνο, αλλά και πως αλληλεπιδρά με τους δακτύλιους και τους δορυφόρους του πλανήτη”.
Η Ανεζίνα Σολωμονίδου επικεντρώνει την έρευνα της στην ερμηνεία των γεωλογικών χαρακτηριστικών του Τιτάνα και τη συσχέτιση με το χερσαίο γεωλογικό έδαφος προκειμένου να υπάρξει μια εικόνα της ιστορίας και της μελλοντικής εξέλιξης της γεωλογίας τους. Κατά τη διάρκεια της μεταδιδακτορικής της διατριβής προσπάθησε να απαντήσει σε μερικά από τα σημερινά θεμελιώδη ερωτήματα που προέκυψαν από τις παρατηρήσεις Cassini-Huygens. Έχει μελετήσει πιο συγκεκριμένα τις ενεργές ζώνες, δηλαδή τις περιοχές που υπόκεινται σε μεταβολή με την πάροδο του χρόνου, με σκοπό να διαπιστωθεί κατά πόσον υπάρχουν κρυφά ηφαίστεια στον Τιτάνα.
“Ασχολούμαι από το 2007 ερευνητικά με την αποστολή Cassini-Huygens και συγκεκριμένα με την έρευνα του μεγαλύτερου δορυφόρου του Κρόνιου συστήματος, τον Τιτάνα. Πρώτη φορά ήρθα σε επαφή με την αποστολή κατά τη διάρκεια των μεταπτυχιακών μου σπουδών στο University College London (UCL) στο Λονδίνο, όπου η διπλωματική μου εργασία αφορούσε στη δημιουργία ηφαιστειακών μοντέλων για τον δορυφόρο Τιτάνα χρησιμοποιώντας δεδομένα των οργάνων του Cassini.
Στη συνέχεια εκπόνησα τη διδακτορική μου διατριβή με τη Δρ. Αθηνά Κουστένη στο Αστεροσκοπείο του Παρισιού, σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο Αθηνών και τον Καθ. Ξενοφώντα Μουσά. Το θέμα της διατριβής μου ήταν τα γεωλογικά περιβάλλοντα του Τιτάνα και του Εγκέλαδου, έχοντας ως κύριο ερευνητικό πεδίο την πιθανότητα κρυοηφαιστειότητας σε αυτά τα σώματα, πάντα μέσω της χρήσης δεδομένων του Cassini.
Από το 2014 βρίσκομαι στο Jet Propulsion Laboratory της Καλιφόρνια το οποίο είναι το κέντρο διαχείρισης της αποστολής Cassini και εργάζομαι με τον Dr. Charles Elachi, απερχόμενο διευθυντή του κέντρου και κύριο ερευνητή ενός οργάνου του Cassini, του ραντάρ. Η κύρια ασχολία μου αφορά στην ανάλυση των φασματικών δεδομένων του οργάνου VIMS του Cassini, από το οποίο λαμβάνουμε πληροφορίες σχετικά με τη χημική σύσταση των εδαφών των δορυφόρων, καθώς και στην ανάλυση των δεδομένων ραντάρ από τα οποία παίρνουμε πληροφορίες σχετικά με τη μορφολογία και την τεκτονική των εδαφών. Ο στόχος είναι, με βάση αυτά τα δεδομένα, να δημιουργήσουμε ακριβή μοντέλα που να επιβεβαιώνουν τη σύνδεση του εσωτερικού του Τιτάνα και του υγρού υπόγειου ωκεανού του με την επιφάνεια και την ατμόσφαιρά του, έτσι ώστε να αποκρυπτογραφήσουμε τη γεωλογία, την ατμόσφαιρα, και την αστροβιολογία και να φτάσουμε ένα βήμα πιο κοντά στη γνώση σε σχέση με τη δημιουργία και διατήρηση της ζωής σε σώματα πέρα από τη Γη.
Η γνώση και οι πληροφορίες για τόσο απομακρυσμένα σώματα, τις οποίες λαμβάνουμε από μεγάλες αποστολές όπως αυτή του Cassini, μας βοηθούν να αποκωδικοποιήσουμε και να κατανοήσουμε βαθύτερα την εξέλιξη της Γης και τη δημιουργία της ζωής στον πλανήτη μας από τους αρχαϊκούς χρόνους. Το διαστημικό αεροσκάφος Cassini θα προσκρούσει πάνω στον πλανήτη Κρόνο στις 15 Σεπτεμβρίου του 2017, καθώς τα καύσιμα του πλέον δεν επαρκούν για να συνεχίσει να ταξιδεύει και να συλλέγει δεδομένα. Η πρόσκρουση αυτή στον πλανήτη αποφασίστηκε με στόχο να αποφευχθεί η πιθανή καταστροφή (μερική ή ολική) ενός μικρότερου σώματος του Κρόνιου συστήματος, καθώς και η οποιαδήποτε βιολογική μόλυνση του σώματος αυτού που πιθανώς θα ακολουθούσε. Ωστόσο, μετά το “Grand Finale” του διαστημικού αεροσκάφους, η έρευνα μας στη Γη όσον αφορά στον Κρόνο και τους δορυφόρους του θα συνεχιστεί για πολλά χρόνια, χρησιμοποιώντας την πληθώρα δεδομένων που έχουμε λάβει από αυτή την εξαιρετικά επιτυχημένη και για πολλούς από εμάς σπουδαιότερη αποστολή στο εξωτερικό μας ηλιακό σύστημα”.
Η Αικατερίνη Ραδιώτη είναι ερευνήτρια στο Εργαστήριο Ατμοσφαιρικής και Πλανητικής Φυσικής (LPAP) στο Τμήμα Αστροφυσικής, Γεωφυσικής και Ωκεανογραφίας (AGO) του Πανεπιστημίου της Λιέγης. Προχώρησε στη μελέτη του πολικό σέλας του Κρόνου, που παρατηρήθηκε με το όργανο UVIS του Cassini.
“Ξεκίνησα την έρευνα μου στη μαγνητόσφαιρα του Δία και το 2003 όταν ξεκίνησα το διδακτορικό μου στο Max-Planck Institute for Solar System Research στη Γερμανία. Από το 2006 είμαι στο Πανεπιστήμιο της Λιέγης στο Βέλγιο (Laboratoire de Physique Atmosphérique et Planétaire), όπου συνέχισα την έρευνα μου στη μαγνητόσφαιρα του Δία αλλά και του Κρόνου, μελετώντας το πολικό σέλας στους δύο αυτούς πλανήτες με τα δεδομένα από το Hubble Space Telescope και το UVIS (Ultraviolet Imaging Spectrograph) του Cassini.
Τα τελευταία χρόνια δουλεύω κυρίως με δεδομένα – εικόνες του UVIS του Cassini, το οποίο φωτογραφίζει το πολικό σέλας (aurora). Είμαι επίσημο μέλος του UVIS group και έχω άμεση πρόσβαση στα δεδομένα του UVIS. Η μελέτη του πολικού σέλας μας βοηθάει να κατανοήσουμε την αλληλεπίδραση του Κρόνου με το διαστημικό περιβάλλον του. Πιο συγκεκριμένα μελετάμε τα μαγνητοσφαιρικά σωματίδια που δημιουργούν το σέλας και την αλληλεπίδραση που έχουν στην ατμόσφαιρα του Κρόνου.
Μπορούμε επίσης να κατανοήσουμε κατά πόσο η μαγνητόσφαιρα του γιγάντιου αυτού πλανήτη επηρεάζεται από τον ηλιακό άνεμο ή από εσωτερικές διαδικασίες. Το μεγάλο πλεονέκτημα που έχει η μελέτη του σέλας σε σχέση με άλλες μαγνητοσφαιρικές μετρήσεις είναι ότι αναλύοντας τα δεδομένα έχουμε μια εικόνα του τι συμβαίνει ακριβώς στην μαγνητόσφαιρα του πλανήτη αυτή τη χρονική στιγμή και όχι σε ένα μόνο συγκεκριμένο σημείο που βρίσκεται το σκάφος.
Πριν το Cassini η μελέτη του πολικού σέλας στον Κρόνο είχε περιοριστεί σε δεδομένα από το Hubble, στα οποία η οπτική γωνία και η ανάλυση δεν ήταν αρκετά καλά για να επιτρέψουν λεπτομερείς μελέρες στη δομή του και κατ’ επέκταση στην κατανόηση της μαγνητόσφαιρας του Κρόνου. Τα δεδομένα από το UVIS στο Cassini άλλαξαν την εικόνα που είχαμε μέχρι πρόσφατα για το σέλας του Κρόνου”.
Ο Νικόλας Αχιλλέως ήταν σχεδιαστής αποστολής για την ομάδα που χειριζόταν το όργανο μαγνητόμετρου επί του διαστημικού σκάφους Cassini και επιστημονικός συνεργάτης για την ομάδα μαγνητόμετρων του Cassini.
Ο Θανάσης Οικονόμου είναι καθηγητής της Αστροφυσικής στο Πανεπιστήμιο του Σικάγο και ερευνητής στη NASA. Κατασκευάζει εργαλεία για το διαπλανητικό διαστημόπλοιο από τα μέσα της δεκαετίας του 1960. Το όνομα του έχει συνδεθεί με τρεις ρομποτικές διαπλανητικές αποστολές: Mars Exploration Rovers, την αποστολή Cassini στον Κρόνο και την αποστολή Rosetta στο Comet 67Ρ / Churyumov-Gerasimenko.
Ο Νίκος Σέργης συμμετείχε στην επιστημονική ομάδα του Οργάνου Μαγνητοσφαιρικής Απεικόνισης (ΜΙΜΙ) του Σταμάτη Κριμιζή στις αρχές του 2006, όταν το διαστημόπλοιο έφτασε στον Κρόνο. Έκτοτε συμμετείχε στην ανάλυση μετρήσεων από την αποστολή. Ενδεικτικά, μαζί με τον Στ. Κριμιζή και τον Κώστα Διαλυνά που αποτελούν το επιστημονικό δυναμικό του Γραφείου Διαστημικής Έρευνας και Τεχνολογίας της Ακαδημίας Αθηνών δημοσίευσαν περισσότερες από 70 επιστημονικές εργασίες στη διεθνή βιβλιογραφία κατά τα τελευταία δέκα χρόνια.
Ο Παναγιώτης Λάββας μελετά τις φυσικές και χημικές διεργασίες των πλανητικών ατμοσφαιρών. Το έργο του χρηματοδοτείται από το Εθνικό Κέντρο Έρευνας Επιστημών (CNRS) στη Γαλλία και εδρεύει στο Groupe de Spéctrometrie Moléculaire et Atmosphérique (GSMA) του Université de Reims Champagne Ardenne (URCA). Συμμετείχε στις ομάδες οργάνων UVIS και ISS του Cassini.
Επίσης, συμμετείχαν οι Γιώργος Μπαμπασίδης, Μαρία Ανδριοπούλου, Σοφία Μπεμπέση, Δημήτρης Τσιμπίδας, Ξενοφών Μουσάς, Παναγιώτα Πρέκα-Παπαδήμα και Κωνσταντίνος Κυριακόπουλος.
Διαβάστε επίσης:
Από τη Χίο στο απέραντο του Διαστήματος
Διευθύντρια ερευνών στο Εθνικό Κέντρο Επιστημονικής Έρευνας της Γαλλίας
Μελετά την πιθανότητα ύπαρξης ζωής σε άλλους πλανήτες
Εντόπισε διαστημικό άνεμο που κινείται γύρω από τη Γη