Η ποιήτρια που έδωσε μορφή στην απουσία
Μύθοι

Η ποιήτρια που έδωσε μορφή στην απουσία

Η Κική Δημουλά υπήρξε ίσως η πιο αναγνωρίσιμη ποιητική φωνή της σύγχρονης Ελλάδας. Μέσα από ένα έργο διαποτισμένο από την αίσθηση της φθοράς, της μοναξιάς και της απώλειας, κατάφερε να μετατρέψει τον ψίθυρο σε κραυγή, τον φόβο σε στοχασμό και την καθημερινότητα σε ποίηση. Με μια γραφή που ενώ παραμένει λιτή, διαθέτει απέραντο βάθος, η Δημουλά έφερε στο προσκήνιο έναν κόσμο υπαρξιακής αγωνίας και ταυτόχρονα διακριτικής τρυφερότητας. Ο πόνος, η σιωπή, η μνήμη, ο χρόνος και η απουσία έγιναν τα εργαλεία της. Ή, όπως έλεγε η ίδια:

«Δεν γράφω για να λυτρωθώ. Γράφω για να υπάρχω λίγο παραπάνω.»

Από την Αθήνα της κρίσης στη λογοτεχνική αθανασία

Η Κική Αθηναΐδου γεννήθηκε το 1931 στην Κυψέλη, σε μια Αθήνα που μόλις είχε βγει από τον Μεσοπόλεμο και ετοιμαζόταν να βιώσει νέες εθνικές τραγωδίες. Δούλεψε επί δεκαετίες στην Τράπεζα της Ελλάδος, χωρίς ποτέ να εγκαταλείψει τη βαθιά της ενασχόληση με την ποίηση. Παντρεύτηκε τον επίσης ποιητή Άθω Δημουλά, με τον οποίο απέκτησε δύο παιδιά. Η πρώτη της συλλογή, Ποιήματα (1952), δεν περιλήφθηκε από την ίδια στο επίσημο έργο της. Ως πρώτη της «κανονική» συλλογή θεωρείται Έρεβος (1956). Από εκεί και πέρα, η πορεία της ήταν συνεχώς ανοδική, με χαρακτηριστικά δείγματα τη Χλόη θερμοκηπίου (1971), Το λίγο του κόσμου (1971), Το τελευταίο σώμα μου (1981), Χαίρε ποτέ (1988) και Μεταφερθήκαμε παραπλεύρως (2007).

Η γλώσσα της Δημουλά: η φθορά ως ποιητική ύλη

Η γλώσσα της Κικής Δημουλά είναι απογυμνωμένη από ρητορείες. Οι λέξεις της, καθημερινές και φαινομενικά απλές, αποκτούν υπαρξιακή διάσταση. Πίσω από κάθε φράση της, διακρίνεται η πάλη του ανθρώπου με τον χρόνο, η σιωπή που ακολουθεί τον θάνατο, η απορία μπροστά στη φθορά. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της φιλοσοφικής ευαισθησίας είναι ο διάσημος στίχος της:

«Κι αν είναι ο έρωτας μια απουσία, εγώ αγάπησα πολύ την παρουσία του.»

Ή ακόμη, η συγκλονιστική διαπίστωση:

«Η απουσία σου έχει μια παρουσία, τόσο ενοχλητική…»

Αυτό που καταφέρνει η Δημουλά είναι να αντιστρέψει τις έννοιες, να μιλήσει για το άυλο ως χειροπιαστό, για το εσωτερικό ως δημόσιο. Η ποίησή της λειτουργεί σαν καθρέφτης συναισθημάτων που δύσκολα κατονομάζονται.

Η ειρωνεία ως τρόπος επιβίωσης

Παρότι το έργο της βαραίνει θεματικά, η Δημουλά ποτέ δεν βυθίζεται στη μελοδραματική απαισιοδοξία. Η ειρωνεία της —συχνά υπόγεια, άλλοτε πικρή— είναι στοιχείο σωτηρίας. Μέσα από ένα γλωσσικό παιχνίδι αυτοσαρκασμού και αντιστροφής, προσπαθεί να επιβιώσει:

«Εμένα οι φίλοι μου με λένε Πλήγμα.»

Η ελαφρότητα αυτή, όταν συνδυάζεται με το βάρος της θεματολογίας της, γεννά μια βαθιά συγκίνηση, σχεδόν ανακουφιστική. Δεν πρόκειται για ψυχρό στοχασμό, αλλά για έναν ανθρώπινο τρόπο να διαχειριστείς την αγωνία της ύπαρξης.

Βραβεία, τιμές και διεθνής αναγνώριση

Η Κική Δημουλά τιμήθηκε με όλα τα μεγάλα ελληνικά λογοτεχνικά βραβεία, ενώ το 2002 έγινε η πρώτη γυναίκα ποιήτρια που εξελέγη τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. Το 2009 έλαβε το Ευρωπαϊκό Βραβείο Λογοτεχνίας, ενώ ποιήματά της έχουν μεταφραστεί σε περισσότερες από 15 γλώσσες. Η διεθνής αποδοχή της δεν περιορίστηκε στην ποιότητα των στίχων της, αλλά και στη μοναδική της ικανότητα να αποδίδει παγκόσμιες αγωνίες μέσα από μια αυθεντικά ελληνική γλώσσα.

Παρακαταθήκη ζωής και στίχων

Η Κική Δημουλά έφυγε από τη ζωή στις 22 Φεβρουαρίου 2020. Άφησε πίσω της μια παρακαταθήκη που δεν είναι απλώς λογοτεχνική — είναι υπαρξιακή. Η ποίησή της συνεχίζει να διαβάζεται, να αγαπιέται, να «συνομιλεί» με αναγνώστες όλων των ηλικιών.

Οι στίχοι της μοιάζουν να γράφτηκαν όχι για να απαντήσουν, αλλά για να θυμίσουν:

«Έφυγες. Δεν είπες γιατί. Άφησες μόνο ανοιχτή την πόρτα.
Μη φύγει κι η απουσία σου.»

Αυτό που τελικά αποτύπωσε η Δημουλά δεν ήταν η απουσία των άλλων, αλλά η βαθιά, διαρκής παρουσία της δικής μας ανάγκης να νοηματοδοτήσουμε τον κόσμο — έστω με λέξεις.

ΠΡΟΣΘΕΣΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ