Ο επαναπατρισμός του μυκηναϊκού δαχτυλιδιού που ταξίδεψε στον χρόνο
Καλά Νέα

Ο επαναπατρισμός του μυκηναϊκού δαχτυλιδιού που ταξίδεψε στον χρόνο

Μια πολύ σημαντική επιστροφή αρχαίου κοσμήματος έγινε στην Ελλάδα για δαχτυλίδι που είχε κλαπεί εν μέσω Β ΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Διέσχισε έναν ωκεανό, αγοράστηκε από Ούγγρο νομπελίστα, εκτέθηκε στο Σουηδικό Μουσείο Νόμπελ και τελικά το τριών χιλιάδων ετών μυκηναϊκό δαχτυλίδι της Ιαλυσού, επαναπατρίστηκε στη χώρα μας. Το αρχαίο αντικείμενο παρέλαβαν εκ μέρους του υπουργείου Πολιτισμού η Ελενα Βλαχογιάννη από το Τμήμα Τεκμηρίωσης και Προστασίας Πολιτιστικών Αγαθών καθώς και η έφορος Αρχαιοτήτων Δωδεκανήσου Μάνια Μιχαηλίδου.

Τους το παρέδωσε ο νέος εκτελεστικός διευθυντής του ιδρύματος, Βίνταρ Χέλγκεσεν, Νορβηγός πολιτικός που έχει χρηματίσει πολλές φορές υπουργός στην πατρίδα του και ανέλαβε να δώσει νέα πνοή στον διεθνή θεσμό.

Μάλιστα δύο ‘Ελληνες ειδικοί ταξίδεψαν στη Στοκχόλμη ώστε να βεβαιωθούν ότι επρόκειτο όντως για το μυκηναϊκό κτέρισμα. Στη συνέχεια η πρεσβεία μας ανέλαβε να φέρει εις πέρας το πολιτικό σκέλος της διεκδίκησης.

 

Φανταστείτε, έναν Μυκηναίο τεχνίτη στην Ιαλυσό της Ρόδου, το 1200 π.Χ., σκυμμένο πάνω στο αμόνι, με το μέτωπο συνοφρυωμένο από την ένταση, κάθιδρο από τη φωτιά που έκαιγε συνεχώς δίπλα του. Θα κρατούσε στα χέρια του εργαλεία από χαλκό και ελαφαντοστό παλεύοντας να χαράξει δύο σφίγγες πάνω σε μια μικροσκοπική επιφάνεια ενός χρυσού σφραγιδόλιθου. Απίθανη λεπτοδουλειά που για να γίνει σωστά θα έπρεπε να είχαν προηγηθεί πολλές μελέτες σε κερί ή σε ξύλο σε πολύ μεγαλύτερο μέγεθος ώστε ο μάστορας να έχει πρώτα εξοικειωθεί απόλυτα με τις αναλογίες του σχεδίου.

Κανείς δεν μπορεί να μας πει αν ήταν δούλος ή ελεύθερος, σίγουρα όμως πρέπει να εργαζόταν υπό την «σκέπη» του τοπικού ανώτατου άρχοντα, όπως συνέβαινε εκείνη την περίοδο. Το δημιούργημά του κατέληξε κτέρισμα στον τάφο κάποιου επιφανούς ανθρώπου, πιθανότατα άνδρα. Ενα αντικείμενο κύρους που θα τον συνόδευε στο τελευταίο του «ταξίδι» από την Ιαλυσό των Μυκηναίων στην αιωνιότητα. Αντί όμως να παραμείνει στο βαθύ σκοτάδι του τάφου, ταξίδεψε μέσα στις εποχές και από τη μια άκρη του κόσμου στην άλλη. Μια ολόκληρη οδύσσεια που το έφερε από την αρχαία Ρόδο στη σύγχρονη Σουηδία. Το δαχτυλίδι είχε τη δική του μοίρα, σαν να του άρεσε να είναι πάντα κοντά σε μορφές σημαντικές και με έναν απολύτως λοξό τρόπο το κατάφερε ανά τους αιώνες. 

 

Το 1927, ο επικεφαλής της Ιταλικής Αρχαιολογικής Σχολής Τζούλιο Τζάκοπι ανακάλυψε το δαχτυλίδι στον θαλαμοειδή τάφο με αριθμό 61, στην Ιαλυσό, μαζί με δεκάδες άλλα κτερίσματα.

 

Η διαδρομή του δαχτυλιδιού

 

Πολλοί αναρωτήθηκαν πως το αντικείμενο βρέθηκε να εκτίθεται στο Μεσογειακό Μουσείο της Στοκχόλμης υπό την ιδιοκτησία του Ιδρύματος Νομπέλ; Αν είχε τρόπο να μας μιλήσει σίγουρα θα μπορούσε να μας διηγηθεί την πιο συναρπαστική ιστορία με ευτυχισμένο μάλιστα τέλος. Ύστερα από πολλούς αιώνες που ήταν θαμμένο ξαναείδε το φως του ηλίου το 1927 σε μια ανασκαφή στα ιταλοκρατούμενα τότε Δωδεκάνησα. Τη σκαπάνη κρατούσε ο επικεφαλής της Ιταλικής Αρχαιολογικής Σχολής Τζούλιο Τζάκοπι, που έστρεψε την έρευνά του στη μυκηναϊκή νεκρόπολη της Ιαλυσού. Εκεί, στον θαλαμοειδή τάφο με αριθμό 61, βρέθηκαν δεκάδες κτερίσματα και ανάμεσα σε αυτά και το περίφημο δαχτυλίδι.

Το 1933 στην ετήσια αρχαιολογική έκθεση της Σχολής, δημοσιεύθηκε επιστημονικό άρθρο με σχέδια, φωτογραφίες των κτερισμάτων και περιγραφές, αδιάψευστο τεκμήριο για την ύπαρξη και την αυθεντικότητά του. Το 1940 ορισμένα πολύτιμα αρχαιολογικά εκθέματα έφυγαν από τα Δωδεκάνησα για να παρουσιαστούν σε αρχαιολογική έκθεση των «ιταλικών αποικιών» στη Νάπολη και δεν ξαναγύρισαν στην Ελλάδα. Τα διεκδίκησε και τα έφερε πίσω ο καθηγητής Μαρινάτος μεταπολεμικά. Το δαχτυλίδι δεν ανήκε σε αυτή την ομάδα, είχε όμως κάνει φτερά.

 

Η εξαφάνιση κιβωτίων

 

Από το 1940 έως και το 1975, τα ίχνη του δαχτυλιδιού από την Ιαλυσό είχαν εξαφανιστεί. Ωσπου το εντόπισε στη Στοκχόλμη ο Σουηδός αρχαιολόγος Στιρένιους.

Φαίνεται πως ένας εκ των εργαζομένων στην Ιταλική Σχολή πρέπει να είχε εμπλακεί στην εξαφάνιση κιβωτίων με χρυσά αντικείμενα και νομίσματα από τη Ρόδο κατά τον πόλεμο. Κανείς δεν μπορεί να είναι βέβαιος αν επρόκειτο για εκείνον, αλλά ήταν το πρόσωπο που συγκέντρωσε τις υποψίες μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας από τους ναζί. Σημασία είχε ότι από το 1940 έως και το 1975 τα ίχνη του δαχτυλιδιού είχαν εξαφανιστεί εντελώς. Ωσπου στα μέσα της δεκαετίας του ’70 ο τότε έφορος Δωδεκανήσων, καθηγητής Χρίστος Ντούμας έλαβε μια επιστολή από τον Σουηδό φίλο του, αρχαιολόγο Καρλ Γκούσταβ Στιρένιους. Ο τελευταίος είχε περάσει από το Σουηδικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο στην Αθήνα και ήξερε πολύ καλά τον μυκηναϊκό πολιτισμό. Στο γράμμα του ανέφερε πως ένα δαχτυλίδι όμοιο με αυτό που είχε βρεθεί δεκαετίες πριν στη Ρόδο εκτίθετο στη Στοκχόλμη και αναρωτιόταν αν είναι ψεύτικο πιστό αντίγραφο ή αληθινό. Ο Ντούμας έδωσε τη σαφή απάντηση ότι επρόκειτο πιθανότατα για το δικό μας, αλλά η υπόθεση δεν προχώρησε.

Η δραστήρια Διεύθυνση Τεκμηρίωσης του υπουργείου ανέσυρε πρόσφατα την αλληλογραφία βάζοντας μπροστά την υπόθεση. Πρόκειται για μια υπηρεσία που δημιουργήθηκε το 2008 και έκτοτε έχει κάνει σημαντική, συστηματική και αθόρυβη δουλειά. Στην ελληνική «φαρέτρα» υπήρχαν αρκετά τεκμήρια για να μπορέσουμε να προχωρήσουμε στη διεκδίκηση του δαχτυλιδιού. Στο άκουσμα του αιτήματός μας, οι Σουηδοί αναζήτησαν τον Στιρένιους που ζει και είναι θαλερός ακόμα, ο οποίος μίλησε για την αλληλογραφία του με τον Ντούμα. Η ελληνική έρευνα αποκάλυψε κάτι ακόμα: Το δαχτυλίδι είχε περιέλθει στην κατοχή του Νομπέλ ύστερα από δωρεά του Ούγγρου νομπελίστα Γκέοργκ φον Μπέκεσι, που άφησε στο ίδρυμα αρχαία αντικείμενα, πολλά εκ των οποίων ήταν κίβδηλα. Ο Φον Μπέκεσι ήταν ο πρώτος φυσικός που τιμήθηκε με το βραβείο Φυσιολογίας και Ιατρικής και πιθανότατα αγόρασε το δαχτυλίδι στην Αμερική όπου έζησε. Ετσι λοιπόν το ζήτημα της αυθεντικότητας ήταν καίριο.

Δύο ειδικοί, η επιμελήτρια αρχαιοτήτων στο τμήμα προϊστορικών αρχαιοτήτων του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου Ελένη Κωνσταντινίδη και η συντηρήτρια αρχαίων έργων τέχνης με ειδίκευση στα μεταλλικά αντικείμενα Μαρία Κοντάκη ταξίδεψαν στη Στοκχόλμη και εξέτασαν το έκθεμα. Ετσι βεβαιωθήκαμε ότι επρόκειτο όντως για το μυκηναϊκό κτέρισμα.

 

Ο Καρλ Στιρένιους (αριστ.) ενημέρωσε τους Ελληνες αρχαιολόγους για τον εντοπισμό του δαχτυλιδιού.

 

 

Ομως χρειαζόταν και άλλη δουλειά μέχρι να φτάσουμε στο αίσιο τέλος. Ναι μεν το υπουργείο Πολιτισμού της Ελλάδος κάνει αιτήματα για επιστροφές αντικειμένων, αλλά μεγάλο βάρος πέφτει στις ανά τον κόσμο πρεσβείες μας που πρέπει να προωθήσουν έγκαιρα και σωστά τις υποθέσεις αυτές, δηλαδή να αναλάβουν το πολιτικό σκέλος των επαφών. Χάρη στον πρέσβη μας στη Στοκχόλμη Ανδρέα Φρυγανά και τη διπλωμάτη Δέσποινα Πούλου που ασχολείται με τα πολιτιστικά θέματα στην πρεσβεία, όλα έγιναν σωστά. Με τη δική τους συμβολή άλλωστε έπρεπε να κοινοποιηθούν εκθέσεις με επιχειρήματα και τεκμήρια που θα έπειθαν και τους δύο θεσμούς πως το αντικείμενο είναι αυθεντικό και πως εκλάπη από τη χώρα μας.

 

 

 

Η Ελενα Βλαχογιάννη από τη Διεύθυνση Τεκμηρίωσης και Προστασίας Πολιτιστικών Αγαθών.

Στιγμές δικαίωσης

Τη στιγμή της παράδοσης, όλοι οι Ελληνες που βρεθήκαν στην τελετή της 19ης Μαΐου είχαν έναν κόμπο στο λαιμό. Για την Ελενα Βλαχογιάννη που εκπροσωπούσε μια ολόκληρη ομάδα εργασίας και για τους ανθρώπους της πρεσβείας, ήταν μια στιγμή δικαίωσης. Είχαν εργαστεί ακούραστα και με αφοσίωση για πολλούς μήνες ώστε να πετύχουν το αποτέλεσμα που δεν ήταν ούτε εύκολο ούτε αυτονόητο. Η αλήθεια είναι πάντως ότι η αντιμετώπιση των Σουηδών ήταν καλοπροαίρετη και αντικειμενική.

Σπουδαίο ρόλο στον επαναπατρισμό έπαιξε η Μαρία Ντάλστρομ, η επιμελήτρια υπεύθυνη αποκτημάτων του μουσείου και ειδική σε τέτοιες υποθέσεις που έκανε έρευνα και πήρε το μέρος μας. ‘Οσο για τον Χέλγκεσεν, είπε μια ιστορία που δείχνει πόσο έχει αλλάξει το πνεύμα στο ζήτημα αυτό και από την κτητικότητα του παρελθόντος έχουμε πάει στην πολιτική της ηθικής για το προέρχεσθαι των μουσειακών συλλογών: «Ρώτησα τη μικρή μου κόρη πριν ένα δυο χρόνια πού θα ήθελε να πάμε διακοπές και μου είπε στην Ελλάδα. Επισκεφθήκαμε την Ακρόπολη και της διηγήθηκα πώς τα Γλυπτά κατέληξαν στο Λονδίνο. Θύμωσε και στεναχωρήθηκε. Σήμερα που παρέδωσα το δαχτυλίδι, μπορώ να πάω σπίτι με το κεφάλι ψηλά», είπε στη δεξίωση που ακολούθησε την τελετή.


Ο πρέσβης Ανδρέας Φρυγανάς. Οι ενέργειες της πρεσβείας ήταν καθοριστικές ώστε να πειστούν το Μεσογειακό Μουσείο της Στοκχόλμης και το Ιδρυμα Νομπέλ για το ορθόν του ελληνικού αιτήματος.

Η επικεφαλής της Διεύθυνσης Τεκμηρίωσης Βάσω Παπαγεωργίου στάθηκε στο έργο της ομάδας της και στις συνεχείς προσπάθειες: Ενα κλεμμένο πολιτιστικό αγαθό, μετά περίπου 80 χρόνια επιστρέφει στην Ελλάδα και ειδικότερα στη Ρόδο, για να ενταχθεί και πάλι στις συλλογές του Αρχαιολογικού Μουσείου και να συνεχίσει να αφηγείται την ιστορία του νησιού. Ο επαναπατρισμός αυτός αποδεικνύει περίτρανα πως όταν υπάρχουν καλόπιστοι και αντικειμενικοί συνομιλητές, όπως το Ιδρυμα Νομπέλ και το Μουσείο Μεσογειακών και Ανατολικών Αρχαιοτήτων, βρίσκονται λύσεις για να διορθωθούν λάθη του παρελθόντος. 

Το χρυσό μυκηναϊκό δαχτυλίδι έρχεται να προστεθεί σε έναν μακρύ κατάλογο μνημείων διαφόρων περιόδων, τα οποία έχουν εντοπιστεί, τεκμηριωθεί, διεκδικηθεί και επαναπατριστεί τα τελευταία χρόνια από τη Διεύθυνση Τεκμηρίωσης και Προστασίας Πολιτιστικών Αγαθών. Πρόκειται για την αρμόδια υπηρεσία του ΥΠΠΟΑ για την αντιμετώπιση της παράνομης διακίνησης πολιτιστικών αγαθών, που ιδρύθηκε το 2008 και άρχισε να λειτουργεί από το 2009. 

Καθοριστικός παράγοντας για τις επιτυχίες αυτές είναι η καθημερινή, συστηματική και πολυεπίπεδη δουλειά των στελεχών της Διεύθυνσης, που βρίσκονται διαρκώς σε εγρήγορση και ετοιμότητα να αναζητήσουν με κάθε πρόσφορο τρόπο και να αξιοποιήσουν κάθε πληροφορία που θα συμβάλει στην τεκμηρίωση της απαίτησης του ελληνικού Δημοσίου και τελικά στην ανάκτηση των μνημείων. 

ΠΡΟΣΘΕΣΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ