
Ο μαέστρος της διασποράς
Ο Οδυσσέας Δημητριάδης υπήρξε εξέχουσα μορφή της ελληνικής διασποράς και από τους σημαντικότερους αρχιμουσικούς που διέπρεψαν εντός της Σοβιετικής Ένωσης, αφήνοντας ανεξίτηλο αποτύπωμα στον κόσμο της κλασικής μουσικής.
Γεννήθηκε στις 7 Ιουλίου 1908 στο Μπατούμ της τότε Ρωσίας (σημερινό Μπατούμι, Γεωργία), από Πόντιους γονείς. Ο πατέρας του, Αχιλλέας, καταγόταν από την Τραπεζούντα και δραστηριοποιούνταν στον επιχειρηματικό τομέα, ενώ η μητέρα του, Καλλιόπη Εφραιμίδη, αφοσιωνόταν στην οικογένεια και την ανατροφή των παιδιών.
Η ενασχόλησή του με τη μουσική ξεκίνησε από μικρή ηλικία. Παρακολούθησε μουσικές σπουδές στο Ωδείο της Τυφλίδας, όπου διδάχθηκε από τον συνθέτη Αριστοτέλη Κουντούρωφ, μεταξύ άλλων, και συνέχισε με σπουδές διεύθυνσης ορχήστρας στο περίφημο Ωδείο του Λένινγκραντ.
Καθοριστική στιγμή στη ζωή του αποτέλεσε η συνάντηση του, το 1934, με τον Δημήτρη Μητρόπουλο, που βρισκόταν τότε στη Ρωσία για συναυλίες. Όταν του εξέφρασε την πρόθεση να επιστρέψει στην Ελλάδα, ο Μητρόπουλος τον απέτρεψε, τονίζοντας τις περιορισμένες επαγγελματικές προοπτικές. Η συμβουλή αυτή τον οδήγησε να παραμείνει στη Σοβιετική Ένωση και να χαράξει εκεί την καριέρα του.
Το 1937 ανέλαβε τη θέση του αρχιμουσικού και διευθυντή της Όπερας και του Μπαλέτου της Τυφλίδας, ρόλο που διατήρησε μέχρι το 1965. Παράλληλα, διετέλεσε και αρχιμουσικός της Κρατικής Συμφωνικής Ορχήστρας της Γεωργίας την περίοδο 1947-1952. Από το 1965 έως το 1973 βρέθηκε στο πόντιουμ της διάσημης Ορχήστρας του Θεάτρου Μπολσόι της Μόσχας, ενώ περιόδευσε εκτενώς στο εξωτερικό.
Σημαντική στιγμή στην πορεία του ήταν ο διορισμός του, το 1980, ως επίσημος αρχιμουσικός των Ολυμπιακών Αγώνων της Μόσχας, διευθύνοντας στην τελετή έναρξης τον Ολυμπιακό Ύμνο του Σπύρου Σαμάρα, σε δική του ενορχήστρωση. Το 1994 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και, παρά την ηλικία του, συνέχιζε να διευθύνει ελληνικές ορχήστρες και παραστάσεις της Εθνικής Λυρικής Σκηνής.
Παρά τις τιμές και την αναγνώριση —του απονεμήθηκε ο τίτλος «Καλλιτέχνης του Λαού» το 1958—, ο Δημητριάδης ένιωθε εσωτερικά αποξενωμένος από το σοβιετικό καθεστώς. Όπως ο ίδιος έχει δηλώσει: «Μισούσα το κόμμα, μισούσα τον Στάλιν. Εκεί είχα χάσει τον Θεό μου. Τον ξαναβρήκα όταν γύρισα στην Ελλάδα».
Ο Οδυσσέας Δημητριάδης απεβίωσε πλήρης ημερών στις 28 Απριλίου 2005 στην Τυφλίδα.
Όσοι τον γνώρισαν προσωπικά ή συμμετείχαν σε μουσικές παραγωγές υπό τη διεύθυνσή του, μιλούν για το μαγνητισμό και τη μοναδική του παρουσία. Δημιουργούσε έναν σχεδόν υπερβατικό δεσμό με το κοινό και τους μουσικούς του, χαρακτηριστικό που έκανε τον Ροστροπόβιτς να τον αποκαλέσει «ο τελευταίος των Μοϊκανών».