H μετζοσοπράνο με τη λαϊκή καρδιά
Έργα Ελλήνων

H μετζοσοπράνο με τη λαϊκή καρδιά

Η πρέσβειρα του ελληνικού πολιτισμού και διεθνούς φήμης μετζοσοπράνο, Αλεξάνδρα Γκράβας, έχει διαγράψει λαμπρή πορεία στο εξωτερικό, δίνοντας συναυλίες σε μεγάλα θέατρα του κόσμου, παρουσιάζοντας κορυφαίους Έλληνες συνθέτες και ποιητές. Αυτό που κάνει την φωνή της τόσο ξεχωριστή είναι το ασύλληπτο βάθος και η λυρικότητα της.

Έχει τη μοναδική ικανότητα να κάνει τις σκέψεις της μια βαθιά αισθαντική εμπειρία για τους ακροατές της, καθώς κάθε σύνθεση ερμηνεύεται με ανεπανάληπτο τρόπο από μια φωνή που αλλάζει αβίαστα μεταξύ των κλιμάκων μουσικής έκφρασης. Το εντυπωσιακά ευρύ φάσμα τραγουδιών που ερμηνεύει περιλαμβάνει από άριες και κλασικό μέχρι παραδοσιακό και μοντέρνο τραγούδι, ενώ ως πνεύμα ανοιχτό σε όλα τα είδη της μουσικής, δανείζει τη ξεχωριστή φωνή της στα πιο διαφορετικά είδη.

 

 

Η Αλεξάνδρα Γκράβας γεννήθηκε στο Όφενμπαχ της Γερμανίας, το 1978, μεγάλωσε στη Φρανκφούρτη με τον αδελφό της Γιώργο Γριζόπουλο και έχει καταγωγή από τη Θεσσαλονίκη και τη Σμύρνη. Όταν έχασε τον πατέρα της σε μικρή ηλικία, η μητέρα της, Σταματία Γκράβας, ανέλαβε την ευθύνη και τα βάρη της οικογένειας δίνοντας αγώνα για να μεγαλώσει τα δύο παιδιά.

Η μουσική την εποχή εκείνη ήταν ακριβή ενασχόληση για την οικογένεια Γκράβας, ένα είδος πολυτελείας, που η μικρή Αλεξάνδρα μπορούσε να χαρεί κυρίως στην παρέα μιας φίλης της που έπαιζε πιάνο. Οι φίλες περνούσαν πολλές ώρες μαζί και πολύ γρήγορα έγινε αντιληπτό ότι η Αλεξάνδρα έχει ταλέντο, το λεγόμενο «μουσικό αυτί». Οι γονείς της φίλης της, μετά τη συνειδητοποίηση αυτή, αποφάσισαν να πληρώνουν καθηγητή μουσικής να της κάνει μάθημα χωρίς να το γνωρίζει η μητέρα της. Όταν το έμαθε η κα Γκράβας, κάποια στιγμή που πήγε να την πάρει από το σπίτι τους και την είδε να παίζει πιάνο, συγκινήθηκε και πολύ σύντομα την έγραψε στο ωδείο, όπου έμαθε πιάνο και αργότερα φλογέρα.

 

 

Ξεκίνησε να τραγουδά στις γιορτές της ελληνικής κοινότητας της Γερμανίας και στα 11 χρόνια της γνώριζε πλέον ότι κάποτε θα γινόταν τραγουδίστρια. Ωστόσο, στα 16 της αντιμετώπισε ένα πρόβλημα με τη φωνή της και επί ενάμιση χρόνο οι γιατροί δεν μπορούσαν να βρουν την πάθησή της. Ένας φωνίατρος έκανε τη διάγνωση λίγο προτού εκείνη τελειώσει το λύκειο• φωνητική παράλυση που ξεκίνησε από λαρυγγίτιδα. Για ενάμιση χρόνο, δε μιλούσε καθόλου, κυκλοφορούσε με μπλοκ και στυλό και για να συνεννοηθεί χρησιμοποιούσε κινήσεις του σώματός της.

Ακολούθησαν οι σπουδές, όπου η Αλεξάνδρα πήρε πτυχίο Μουσικολογίας, Φιλοσοφίας και Γερμανικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο της Φρανκφούρτης. Για εκείνη, τα φοιτητικά χρόνια ήταν πολύ δύσκολα, μιας και πολλοί τη θεωρούσαν κωφάλαλη και στα μαθήματα μουσικής όταν τη ρωτούσαν τι έκανε εκεί κι εκείνη τους έγραφε πως ήθελε να γίνει τραγουδίστρια, γελούσαν μαζί της.

Όταν έφτασε η στιγμή που ο γιατρός της την ενημέρωσε πως μπορούσε να μιλήσει και πάλι, είχε ξεχάσει να το κάνει και χρειάστηκε λογοθεραπεία για να μάθει να μιλάει ξανά. Αμέσως μετά, βρήκε μια δασκάλα και ξεκίνησε μαθήματα φωνητικής, πληρώνοντας τα μαθήματα από τη δουλειά που έπιασε στην γκαρνταρόμπα ενός θεάτρου. Η δασκάλα της ζούσε στο Λονδίνο κι εκείνη πήγαινε και τη συναντούσε στις Βρυξέλλες κάθε δύο εβδομάδες. Δύο μήνες αργότερα, της είπε πως υπήρχε ενδιαφέρον στη φωνή της, ενθαρρύνοντάς τη να κυνηγήσει το όνειρο της και, έναν χρόνο μετά, να πάρει μια βαλίτσα, 5.000 μάρκα και να πάει στο Λονδίνο.

 

Πηγή: N.Nanev

 

Έχοντας ανάγκη για εργασία σε μία δουλειά που δε θα είχε επιπτώσεις στη φωνή της, ξεκίνησε να παραδίδει μαθήματα γερμανικών σε επιχειρηματίες, βγάζοντας αρκετά χρήματα, ενώ για τρία χρόνια η ζωή της ήταν κυρίως αμέτρητες ώρες μουσικών προβών, πολύωρα μαθήματα και σκληρή δουλειά.

Το 1998, η Μάργκαρετ Γκιμπς της έδωσε την πρώτη της επαγγελματική ευκαιρία και έκανε το ντεμπούτο της στο City Opera του Λονδίνου, όπου παρέμεινε για τρεις χρονιές. «Οταν βγήκα για πρώτη φορά στη σκηνή έτρεμαν τα πόδια μου. Παράλληλα, όμως, ένιωσα απελευθερωμένη γιατί μπορούσα να τραγουδήσω και συνάμα δικαιωμένη γιατί ακούμπησα το όνειρό μου», λέει η διάσημη μετζοσοπράνο. Τον ίδιο καιρό, εργάστηκε στο English National Opera Studio μαζί με τη Μαίρη Κινγκ και δοκιμάστηκε στο οπερετικό ρεπερτόριο, όπου δεν ήταν λίγες οι φορές που ένιωσε πως προσπαθούσαν να τη σαμποτάρουν ή που της είπαν ότι δεν κάνει για την όπερα. «Εκλαψα πολύ, αλλά δεν το έβαλα κάτω».

 

 

Το 2000, βρήκε συνθέτες που έγραφαν μουσική εμπνευσμένη από μεγάλους Έλληνες ποιητές και συνθέτες, τους επικοινώνησε το όραμά της και σχημάτισε την ορχήστρα ORAMA Ensemble. Η πρώτη τους εμφάνιση έγινε στο South Bank του Λονδίνου και στο πέρασμα του χρόνου γνώρισαν τέτοια μεγάλη επιτυχία και αναγνώριση που κατάφεραν να κάνουν εμφανίσεις μέχρι την Ιαπωνία.

Το 2004, η Αλεξάνδρα τραγούδησε τις γερμανικές και βρετανικές πρεμιέρες των 16 τραγουδιών του Νίκου Σκαλκώτα στο Würzburg της Γερμανίας και στο Λονδίνο, ενώ την ίδια χρονιά, οι ηχογραφήσεις της «Bitter Tears» του Δημοσθένη Στεφανίδη κέρδισαν το πρώτο βραβείο του Διαγωνισμού Βραβείων Σύγχρονης Μουσικής του 2004 TOMOS στις ΗΠΑ.

 

 

Ακόμα, κλήθηκε να δώσει την τελική συναυλία στο Alte Oper Frankfurt / Germany, που διοργανώθηκε από την Ελληνική Ολυμπιάδα 2004 και το Υπουργείο Πολιτισμού της Ελλάδας, για να σηματοδοτήσει το κλείσιμο της φημισμένης Έκθεσης Βιβλίου της Φρανκφούρτης.

Το 2006, εξαιτίας του άγχους και της γνωριμίας της με τον σύζυγό της, Παναγιώτη Σκορδά, που την έκανε να επιθυμεί να ζήσει διαφορετικά πράγματα, πήρε την απόφαση να φύγει από το Λονδίνο. Μετακόμιζε για μεγάλα χρονικά διαστήματα στην Ελλάδα, ενώ παράλληλα ταξίδευε για συναυλίες σε ολόκληρο τον κόσμο. Το 2006, έκανε, επίσης, την πρώτη της εμφάνιση στην Ελλάδα στη συναυλία του Μίμη Πλέσσα μαζί με τον Μάριο Φραγκούλη στο Ολυμπιακό Στάδιο και αποθεώθηκε από το πλήθος του κόσμου.

Το 2007, τραγούδησε το εναρκτήριο ρεσιτάλ του διάσημου Φεστιβάλ Τραγουδιού του Λονδίνου, συνοδευόμενη από τον ιδρυτή του London Song Festival και πιανίστα, Nigel Foster.

 

Nigel Foster, Αλεξάνδρα Γκράβας

 

Στη συνέχεια, έζησε για τα επόμενα τρία χρόνια με τον σύζυγό της στη Βιέννη, συνεχίζοντας τις συναυλίες ανά τον κόσμο, μέχρι τη στιγμή όπου ο Μίκης Θεοδωράκης την επέλεξε να ερμηνεύσει τα κομμάτια «Raven», «Ερως και Θάνατος» και «Les Eluard». «Ο Μίκης Θεοδωράκης είναι εξαιρετικός, δοτικός και ζωντανός μύθος. Όταν ήμουν κοριτσάκι ήταν το είδωλό μου και ήταν ο πρώτος δίσκος που είχα ακούσει. Το να δουλέψω μαζί του ήταν ένα άπιαστο όνειρο και είχα συγκινηθεί πολύ» έχει παραδεχτεί η ίδια σε συνέντευξή της.

 

 

Στη Βιέννη, έμεινε έγκυος και σταμάτησε το τραγούδι για μερικά χρόνια, μιας και όπως έχει πει, το παιδί την άλλαξε και την έκανε να δει τα πράγματα αλλιώς, δεν της έλειψαν στιγμή τα φώτα, η σκηνή και το χειροκρότημα γιατί το μεγαλύτερο φως βρισκόταν στο σπίτι της. «Είναι δύσκολο τώρα να συνδυαστούν τα ταξίδια με την οικογένεια, αλλά με τη βοήθεια του άντρα μου, ο γιος μου, ο Στράτος, πρέπει να μάθει ότι η μαμά δουλεύει και ταξιδεύει πολύ στο εξωτερικό για ένα καλύτερο αύριο. Αυτό είναι μάθημα ζωής».

Το 2012 την έφερε στις ΗΠΑ για να προωθήσει έξι αναγνωρισμένες συναυλίες με το νέο πρόγραμμα C.P. CAVAFY IN MUSIC μαζί με τους Δρ. Παντελή Πολυξωνίδη και τον καθηγητή Βασίλη Λαμπρόπουλο. Μεταξύ άλλων, τον Νοέμβριο του 2012, η ​​συνεργασία της με τα «Τα Χωριά SOS» στην Ελλάδα οδήγησε στην τεράστια συναυλία Benefiz Concert, την οποία οργάνωσε με μεγάλη επιτυχία στη Γερμανία.

 

Το 2013 κυκλοφόρησε τον δίσκο «Songbook 1, On the wings of love» και οι συναυλίες της την ταξίδεψαν στο Μεξικό, την Αργεντινή, τη Χιλή, το Λονδίνο, τις Βρυξέλλες, το Ισραήλ, τη Γερμανία, τη Βιέννη, την Ελλάδα και την Κύπρο, ενώ το 2014 πραγματοποίησε περιοδεία στο Μεξικό και το 2015 συμμετείχε στο Festival Ολύμπου.

Το 2018, κυκλοφόρησε το «Songbook 2 # Discoveries» του Μίκη Θεοδωράκη, έκανε συναυλίες σε Ελλάδα και εξωτερικό και πραγματοποίησε συνεργασίες μεταξύ άλλων με τον Λουδοβίκο των Ανωγείων (Γεώργιο Δραμουντάνη).

 

 

Σήμερα, το μουσικό φάσμα της Αλεξάνδρας Γκράβας περιλαμβάνει μια εντυπωσιακά μεγάλη γκάμα τραγουδιών. Οι ελληνικές ρίζες της έπαιξαν πολύ σημαντικό ρόλο στην καριέρα της, καθώς η εκτέλεση έργων μοντέρνων Ελλήνων συνθετών αποτελούσε και αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του ρεπερτορίου της, που συντίθεται από έργα Γερμανών, Γάλλων, Ιταλών και Άγγλων συνθετών.

Αξιοσημείωτο είναι επίσης ότι η Ελληνίδα mezzo soprano έχει βρεθεί μουσικά στις πρεμιέρες έργων μεγάλων συνθετών, όπως των Μίκη Θεοδωράκη, Δημοσθένη Στεφανίδη, Μίμη Πλέσσα, Τζορτζ Τσοντάκη (βραβευμένου με Grammy), Φράνσις Τζέιμς Μπράουν, Αχίμ Μπεργκ, Ντάντε Μπορσέτο, Χαρούε Κουνέντα, Γιουνοσούκε Γιαμαμότο και Οτο Φροϊντένταλ.

 

 

Η Αλεξάνδρα Γκράβας έχει εμφανιστεί, ανάμεσα σε πολλές χώρες, στη Γερμανία (Alte Oper / Φρανκφούρτη, Ραδιοφωνική Κολωνία, Ραδιοφωνική Φρανκφούρτη, Φιλαρμονική του Μονάχου), στη Μεγάλη Βρετανία (Queen Elisabeth Hall, The Barbican, The Purcell Room, The Dukes Hall, The Bolivar Hall), στην Ισπανία, το Ισραήλ, τη Σουηδία, την Κύπρο, την Ουγγαρία, την Ιταλία, τις ΗΠΑ, το Μεξικό, τη Μαλαισία και την Ιαπωνία.

Η Αλεξάνδρα Γκράβας τραγουδά συχνά στο εξωτερικό για την Ελλάδα, καθώς θέλει να προβάλλει τη χώρα στην υφήλιο, ενώ πολύ συχνά οι συναυλίες της έχουν κοινωνικό και φιλανθρωπικό υπόβαθρο. Μεταξύ άλλων, έχει τραγουδήσει στη Λιέγη στο κονσέρτο «12 ώρες για την Ελλάδα» (Μάιος 2015) και από συναυλία της στη Φρανκφούρτη συγκεντρώθηκαν 25.000 ευρώ, τα οποία παραδόθηκαν στους Έλληνες Γιατρούς Χωρίς Σύνορα.

ΠΡΟΣΘΕΣΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ