Ανάμεσα στους 100 πιο ισχυρούς ανθρώπους του κόσμου
Ο Τζέιμι Ντάιμον είναι Διευθύνων Σύμβουλος της JPMorgan Chase, της μεγαλύτερης τράπεζας των Ηνωμένων Πολιτειών και έχει επιλεγεί τέσσερις φορές από το περιοδικό TIME ως ένας από τους 100 πιο ισχυρούς ανθρώπους του κόσμου. Η περιουσία του είναι περίπου $ 1.1 δισεκατομμύρια, σύμφωνα με το Δείκτη του Bloomberg και προέρχεται από 485.000.000 που ήταν το μερίδιο στη JPMorgan και από ένα χαρτοφυλάκιο επενδύσεων από τα έσοδα από τις πωλήσεις μετοχών της Citigroup. Όταν οι Αμερικάνοι μιλούν για τον άνθρωπο που έσωσε τη Wall Street όταν οι τράπεζες κατέρρεαν η μία μετά την άλλη, αναφέρονται σε αυτόν.
Γεννήθηκε στις 13 Μαρτίου το 1956, στη Νέα Υόρκη. Οι γονείς του ήταν ο Θεόδωρος και η Θέμις Ντάιμον και έχει άλλα 2 αδέρφια. Ο παππούς του άλλαξε το επίθετό του από Παπαδημητρίου σε Ντάιμον και εργαζόταν σε τράπεζα στην Αθήνα. Όταν η οικογένεια μετανάστευσε στις Ηνωμένες Πολιτείες ο παππούς και ο πατέρας του εργάστηκαν ως χρηματιστές στη Shearson. Παραμένει πάντα ο εγγονός ενός Σμυρνιού, που μετανάστευσε στις Ηνωμένες Πολιτείες από την Ανατολή για να γίνει ένας εξαιρετικά πετυχημένος χρηματιστής.
Ο Ντάιμον πήγε σχολείο στο Browning και στη συνέχεια σπούδασε ψυχολογία και οικονομικά στο πανεπιστήμιο Tuft. Το 1978, αποφοίτησε και συνέχισε τις σπουδές του στο Harvard Business School. Εκεί γνώρισε και τη γυναίκα του, Judith Kent. Το 1982, ολοκλήρωσε το μεταπτυχιακό του στα οικονομικά.
Το 1982, ξεκίνησε να εργάζεται ως βοηθός του Sandy Weill, ο οποίος ήταν διευθύνων σύμβουλος της American Express και οικογενειακός φίλος. Το 1985, αποχώρισε ο Weill από την εταιρεία και ο Ντάιμον τον ακολούθησε στην εταιρεία Commercial Credit ως επικεφαλής των οικονομικών υπηρεσιών. Ο Ντάιμον, ως δεξί χέρι του Weill, ήταν παρών και επικεφαλής σε πολλαπλές συγχωνεύσεις, εξαγορές και συμφωνίες, κατάφερε να ενσωματώσει τον όμιλο Primerica, Smith Barney και Travelers Group και διορίστηκε πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Smith Barney το 1996.
Το 1997 ο Ντάιμον διορίζεται διευθύνων σύμβουλος της Salomon Smith Barney Holdings. Το 1998, μετά από μια σειρά πρωτοφανών συγχωνεύσεων και εξαγορών μεταξύ των Travelers και Citicorp, ο Ντάιμον και ο Weill δημιουργούν το μεγαλύτερο τραπεζικό όμιλο του κόσμου, τη Citigroup. Ο Ντάιμον αναλαμβάνει το ρόλο του προέδρου.
Η δυσαρέσκεια του Weill με την τρομακτική εξέλιξη του Ντάιμον αυτά τα χρόνια καθώς και άλλοι προσωπικοί λόγοι, οδηγούν στη παραίτηση του Ντάιμον τον Νοέμβριο του 1998. Την ίδια μέρα λέει σε συνεργάτη του πως “ Δεν θα δουλέψω για κανέναν άλλον ξανά…”
Το 2000 διορίζεται πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Bank One, της 5ης μεγαλύτερης τράπεζας των Ηνωμένων Πολιτειών. Σε μόλις τέσσερα χρόνια, καταφέρνει να φτιάξει τους ισολογισμούς της τράπεζας και επιτυγχάνει στη συγχώνευση της τράπεζας με την JPMorgan Chase. Μετά τη συγχώνευση, ο Ντάιμον αναλαμβάνει τη θέση του προέδρου και διευθύνων συμβούλου της JPMorgan Chase και ένα χρόνο μετά, στις 31 Δεκεμβρίου 2006, γίνεται πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου.
Υπό την ηγεσία του, η JPMorgan Chase γίνεται η ηγετική τράπεζα των Ηνωμένων Πολιτειών στα εγχώρια περιουσιακά στοιχεία υπό διαχείριση, στην αξία κεφαλαιοποίησης της αγοράς και στη χρηματιστηριακή αξία.
Το 2008, διορίζεται ως μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Federal Reserve Bank της Νέας Υόρκης και το 2009 θεωρείται ως “The TopGun CEOs” (καλύτερος διευθύνων σύμβουλος) από τη Brendan Wood International, μιας συμβουλευτικής εταιρείας. Από το 2011 έως και το 2012, υπηρέτησε ως Πρόεδρος της Εκτελεστικής Επιτροπής του Επιχειρηματικού Συμβουλίου.
Το 2011 ψηφίζεται ως ο CEO της χρονιάς. Αξίζει να αναφέρουμε πως για το οικονομικό έτος 2011, οι απολαβές του άγγιξαν τα 23 εκατομμύρια δολάρια, περισσότερα από όσα έχει λάβει ένας