Ο πολυβραβευμένος διευθυντής ορχήστρας με τη διεθνή απήχηση
Ο Γιώργος Πέτρου είναι ένας από τους από τους πλέον διακεκριμένους διευθυντές ορχήστρας με διεθνή καριέρα και τακτικές εμφανίσεις σε σπουδαία θέατρα και συμφωνικά κέντρα, όπως και με συνεργασίες με κορυφαίες ορχήστρες ανά τον κόσμο.
Θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους σύγχρονους ερμηνευτές της μουσικής του 18ου αιώνα, ενώ το ρεπερτόριό του είναι ευρύτατο, με έμφαση στις ιστορικές πρακτικές ερμηνείας και την όπερα. Παράλληλα, ασχολείται με εξίσου μεγάλη επιτυχία και με τη σκηνοθεσία μουσικού θεάτρου, είναι αρχιμουσικός σε πολλά γνωστά λυρικά θέατρα και ορχηστρικά σύνολα ανά τον κόσμο, ενώ διαθέτει και πλούσια δισκογραφία.
Τον Σεπτέμβριο του 2012, ανέλαβε τη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή της ορχήστρας «Καμεράτα των Φίλων της Μουσικής – Armonia Atenea» και με το έργο του εκεί κατόρθωσε να κάνει σημαντικά βήματα στο εξωτερικό.
Υπό τη διεύθυνσή του, το σύνολο, υιοθετώντας τη διεθνή ονομασία «Armonia Atenea», εξελίχθηκε σε έναν από τους σημαντικότερους πρεσβευτές του σύγχρονου ελληνικού πολιτισμού στο εξωτερικό, με θριαμβευτικές εμφανίσεις σε μεγάλες διοργανώσεις -όπως το Φεστιβάλ του Σάλτσμπουργκ, το BBC-PROMS, το Klara Festival- αλλά και σε διάσημες αίθουσες και θέατρα της Ευρώπης, όπως η Βασιλική Όπερα των Βερσαλλιών, η Αίθουσα Πλεγιέλ, η Bozar των Βρυξελλών, το Palau de la Música της Βαρκελώνης και η Αίθουσα Τσαϊκόφσκι της Μόσχας.
Σε συνέντευξή του έχει δηλώσει πως η μουσική υπήρχε πάντα στη ζωή του. Αν και δεν προέρχεται από μουσική οικογένεια, είχε από μικρός μια έντονη ροπή προς τις καλές τέχνες κάτι που οι δικοί του υποστήριξαν ιδιαίτερα. Είναι παράξενο ότι χωρίς να ξέρει καν μουσική, του άρεσε ως παιδί να χαζεύει τις βιτρίνες των δισκοπωλείων με δίσκους κλασικής μουσικής. Ωστόσο, η μουσική δεν ήταν πάντα η πρώτη του επιλογή. Πολύ σύντομα γνώρισε το θέατρο και την όπερα. Τελικά τον κέρδισε το πιάνο, στο οποίο εντέλει εστίασαν και οι μεταπτυχιακές του σπουδές.
Η υποψηφιότητά του, το 2017, για βραβείο Grammy στην κατηγορία “Καλύτερη Ηχογράφηση Όπερας” για την ερμηνεία του στον “Ottone” του Χέντελ, ήταν ένας από τους σπουδαιότερους σταθμούς της καριέρας του. Η ηχογράφηση για τον “Ottone” του Χέντελ πραγματοποιήθηκε για την DECCA με την ιταλική ορχήστρα Ιl Pomo d’ Oro (ερμηνευτές: Max Emanuel Cencic και Lauren Snouffer, παραγωγή Jacob Haendel).
Τις υπόλοιπες τέσσερις υποψηφιότητες στην ίδια κατηγορία συνέθεταν οι αρχιμουσικοί Valery Gergiev, Gianandrea Noseda, Hans Graf και Lothar Koenigs. Η τελετή απονομής των 60ών βραβείων Grammy πραγματοποιήθηκε τον Ιανουάριο του 2018 στο Madison Square Garden της Νέας Υόρκης. Ο κ. Πέτρου ήταν για πρώτη φορά ως υποψήφιος για Grammy, ωστόσο διαθέτει πολλές διακρίσεις και για τις ηχογραφήσεις του: Echo Klassik, Gramophone – Editor’s Choice, Diapason d’Or και BBC Recording of the Month.
Για την εν γένει καλλιτεχνική προσφορά του, η Βασιλική Ακαδημία του Λονδίνου τού απένειμε τον τιμητικό τίτλο Associate (ARAM), ενώ η γαλλική κυβέρνηση τον τίμησε με το παράσημο του Ιππότη των Γραμμάτων και των Τεχνών.
Η νέα του μεγάλη επαγγελματική επιτυχία είναι η ανάληψη της θέσης του καλλιτεχνικού διευθυντή στο «Internationale Händel-Festspiele Göttingen» (Διεθνές Φεστιβάλ Χέντελ του Γκαίτινγκεν) ένα από τα πιο φημισμένα και παλαιότερα φεστιβάλ μπαρόκ μουσικής σε όλο τον κόσμο, από τη σεζόν 2021 – 2022.
Ο φημισμένος Έλληνας αρχιμουσικός ανέλαβε τη διεύθυνση του φεστιβάλ μετά την εκλογή του στη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή από Εποπτικό Συμβούλιο και Επιτροπή Επιλογής στην οποία συμμετείχαν εξέχουσες προσωπικότητες της παγκόσμιας μουσικής σκηνής, με εξειδίκευση στην κλασική μουσική.
Ανάμεσά τους βρίσκεται και ο καθηγητής Δρ. Wilhelm Krull, πρόεδρος του Συμβουλίου και επικεφαλής της Επιτροπής, ο οποίος δήλωσε: «Στο πρόσωπο του Γιώργου Πέτρου βρήκαμε έναν εξαίρετο, διεθνώς αναγνωρισμένο διάδοχο του Laurence Cummings. Ο Πέτρου έχει το απαιτούμενο δυναμικό για να συμβάλλει στη διατήρηση της λάμψης του φεστιβάλ στη διεθνή μουσική σκηνή τη δεκαετία του 2020».
Ενθουσιώδης ήταν και η δήλωση του Wolfgang Sandberger, προέδρου του Ιδρύματος Göttinger Händel: «Ο Γιώργος Πέτρου είναι ένας έξοχος, γεμάτος ζωντάνια ερμηνευτής του Χέντελ. Είμαι κατενθουσιασμένος που ο Πέτρου εξελέγη καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ. Ήδη, οι προοπτικές που ανοίγονται μετά το 2020, που είναι επετειακό έτος για μας, είναι εξαιρετικές».
Την ικανοποίησή τους για την εκλογή του κορυφαίου έλληνα αρχιμουσικού στη θέση του Καλλιτεχνικού Διευθυντή του Διεθνούς Φεστιβάλ Χέντελ εξέφρασαν επίσης ο Υπουργός Επιστήμης και Πολιτισμού της Κάτω Σαξονίας, ο δήμαρχος του Γκαίτινγκεν, o προϊστάμενος της περιφερειακής αρχής του Γκαίτινγκεν και ο καθηγητής Dr. Martin Balleer, πρόεδρος του διεθνούς ιδρύματος Händel‐Festspiele.
Την απόφαση επικρότησε επίσης ο νυν καλλιτεχνικός διευθυντής του φεστιβάλ, Laurence Cummings, ο οποίος τόνισε ότι «με τον Γιώργο Πέτρου, το φεστιβάλ και η ορχήστρα είναι στα καλύτερα χέρια». Το εν λόγω φεστιβάλ ιδρύθηκε ως θεσμός το 1920 και στοχεύει στην προβολή των έργων του Χέντελ, μέσα από τεκμηριωμένες ιστορικές ερμηνείες.
Ο Γιώργος Πέτρου και η Καμεράτα επέστρεψαν στην μπαρόκ όπερα μεταφέροντας τη διάσημη όπερα του Χέντελ «Αλτσίνα» στο Ηρώδειο τον Ιούλιο του 2019, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών. Έπειτα από αρκετά χρόνια, κατά τα οποία διηύθυνε και σκηνοθετούσε μιούζικαλ, (Sweeney Todd, Company, West Side Story, Kiss Me Kate) και την οπερέτα (Βαφτιστικός) το 2019 επέλεξε για τη συμμετοχή του στις εκδηλώσεις την «Αλτσίνα», μία από τις κορυφαίες όπερες του Χέντελ. Η εκδοχή που παρουσιάστηκε στο Ηρώδειο κινήθηκε ανάμεσα στη σύγχρονη εποχή και την εξτραβαγκάντσα της Μπαρόκ όπερας, δημιουργώντας έναν κόσμο μαγικό και παραμυθένιο.
«Eίναι ένα μαγικό έργο, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Αποφάσισαμε συνειδητά την επιστροφή της Καμεράτας και τη δική μου στην μπαρόκ όπερα μετά από ένα δημιουργικό διάστημα ενασχόλησης με το μιούζικαλ. Ίσως, η τακτική εμπλοκή της ορχήστρας σε μεγάλες παραγωγές μπαρόκ όπερας στο εξωτερικό (Alessandro, Arminio, Siroe, Polifemo) μας έκαναν να θεωρήσουμε ότι στην έδρα μας πρέπει να εξερευνήσουν αλλά πεδία. Η «Αλτσίνα» τώρα αποτελει τη νέα μας προκληση. Είναι ένα έργο βαθιά ψυχολογικό με πολλά επίπεδα», είπε χαρακτηριστικά σε συνέντευξή του ο κ. Πέτρου.
«Η μάγισσα Αλτσίνα μεταμορφώνει τους εραστές της σε ζώα (βλ. Κίρκη). Όταν ο υπερήρωας Ρουτζέρο φτάνει στο νησί της, η Αλτσίνα ανακαλύπτει τον πραγματικό έρωτα. Από φόβο όμως μην τον χάσει, τον κρατά κοντά της με τεχνάσματα και όχι με τη δική του ελεύθερη βούληση. Αυτή είναι και η ύβρις της που θα οδηγήσει σε καταστροφή την ίδια και τον φαινομενικά παραδεισένιο κόσμο της. Όλα αυτά μέσα σε ένα συγκλονιστικό μουσικό κόσμο απίστευτης ομορφιάς, με την Καμεράτα να παίζει σε όργανα εποχής, δηλαδή σε όργανα αντίστοιχα με αυτά που είχε στη διάθεσή του ο Χέντελ το 1735, όταν παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το έργο στο Λονδίνο. Τα όργανα εποχής, πολύ διαφορετικά από τα όργανα της σύγχρονης συμφωνικής ορχήστρας, είναι ένα ταξίδι στον χρόνο που συνδέει τους εξωτικούς ήχους του παρελθόντος με την αισθητική του σήμερα, δημιουργώντας κάτι απόλυτα σύγχρονο», ανέφερε ο διακεκριμένος διευθυντής ορχήστρας.
Ο κ. Πέτρου τόνισε επίσης το γεγογός ότι το Ηρώδειο είναι ένας χώρος μοναδικής ομορφιάς που φέρνει την ενέργεια θρυλικών δημιουργών που έχουν περάσει από τη σκηνή του. Ο χώρος ο ίδιος είναι απίστευτα επιβλητικός και το ρωμαϊκό μνημείο τείνει να ακυρώσει οποιαδήποτε εικαστική παρέμβαση σε αυτόν. Έχοντας ήδη εμπειρία από τρεις σκηνικές παραγωγές στο θέατρο αυτό, είναι σαφές για εκείνον ότι οφείλει κανείς να εντάξει το μνημείο σε οποιαδήποτε σκηνογραφία. Γι’ αυτό, τον Ιούλιο του 2019, δημιούργησαν τον παραδεισένιο κήπο, πίσω από τον οποίο το ίδιο το Ηρώδειο γίνεται το παλάτι της Αλτσίνας. Η κεντρική πύλη ήταν σχεδιασμένη στα πρότυπα της Μπαρόκ αισθητικής, ενώ δύο τεράστιοι «πολυέλαιοι» από υπερμεγέθη κλαδιά δέντρων συμπληρώνουν τη μαγική εικόνα.
Ο Έλληνας αρχιμουσικός είπε ακόμα ότι «Η μπαρόκ αισθητική, είτε σε εικαστικό είτε σε μουσικό επίπεδο, χαρακτηρίζεται από το στοιχείο του «excess», δηλαδή της υπερβολής. Όλα διογκώνονται με σκοπό να δημιουργηθεί ένα γλυκό «overdose» συναισθημάτων. Η χαρά γίνεται υπερβολική. Το ίδιο και ο φόβος, η οργή, το μίσος, ο έρωτας. Μουσικά ισχύει ακριβώς το ίδιο. Ειδικά μέσα από την πένα ενός μάστορα μουσικής δραματουργίας όπως ο Χέντελ, η μουσική ρέει μιλώντας στην ψυχή με έναν μοναδικό τρόπο. Τα συναισθήματα μεγεθύνονται μέσα στον χρόνο της ακρόασης προκαλώντας πολύ έντονες συγκινήσεις. Κάτι το οποίο ταιριάζει πολύ στην εποχή μας, μια εποχή άκρων. Άρα, η τέχνη του 18ου αιώνα, ειδικά περνώντας μέσα από την μπαρόκ μουσική, γίνεται ιδιαίτερα σύγχρονη. Έτσι εξηγείται ότι η μπαρόκ όπερα γνωρίζει στις μέρες μας μια ιδιαίτερη άνθηση διεθνώς, με το κοινό να στρέφεται φανατικά στο πεδίο αυτό».
Τέλος, εξομολογήθηκε πως οφείλει πολλά τη μουσική του Χέντελ, έχοντας εισπράξει μεγάλες στιγμές συγκίνησης και ανακαλύπτοντας ένα μουσικό ύφος που μιλάει στην καρδιά ενώ βάζει το μυαλό σε μια διαδικασία ανόδου προς μια μεγέθυνση συναισθημάτων και σκέψεων. Η μουσική του Χέντελ είναι γήινη (σε αντίθεση με τη μουσική του συνομηλίκου του, Μπαχ, που είναι ουράνια). Ο Χέντελ, άνθρωπος του θεάτρου και της όπερας, περιγράφει μουσικά με τον πιο αριστουργηματικό τρόπο την πιο ευρεία γκάμα των ανθρώπινων συναισθημάτων. Αυτό, σε συνδυασμό με μια μοναδική μουσική δραματουργία, κάνουν τις όπερες του να ακούγονται σύγχρονες και να μιλούν στην ανθρώπινη ψυχή με έναν τρόπο άμεσο και ουσιαστικό, όπως αναλυτικά εξήγησε ο κ. Πέτρου.
Ένας από τους πλέον διακεκριμένους διευθυντές ορχήστρας της γενιάς του, αλλά και ένας από τους κορυφαίους ερμηνευτές της μουσικής του Χέντελ, έχοντας στο ενεργητικό του ένα βραβείο Echo Klassik και μία υποψηφιότητα για Grammy, ο πολυσχιδής αρχιμουσικός Γιώργος Πέτρου και η Καμεράτα του μεταφέρουν με τον καλύτερο τρόπο όλη αυτή την κληρονομιά στον 21ο αιώνα και σε νέα ακροατήρια ανά τον κόσμο.