Η σύγχρονη ελληνική οικογένεια μέσα από τη ματιά της τέχνης
Έργα Ελλήνων

Η σύγχρονη ελληνική οικογένεια μέσα από τη ματιά της τέχνης

Ο Δημήτρης Παπανικολάου είναι αναπληρωτής καθηγητής Νεοελληνικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, όπου διδάσκει από το 2004, καλύπτοντας επίσης τις θεματικές των πολιτισμικών σπουδών, της queer theory (όρος που αναφέρεται στις έμφυλες μειονότητες και τα δικαιώματά τους) και των σπουδών φύλου. Είναι εταίρος του Κολλεγίου St. Cross. Σπούδασε Κλασική και Νεοελληνική Φιλολογία στην Αθήνα και Συγκριτική Φιλολογία στο Λονδίνο. Ως ερευνητής ή επισκέπτης καθηγητής έχει συνεργαστεί με τα πανεπιστήμια UCL, NYU, Columbia και Princeton.

Στο τελευταίο βιβλίο του, «Κάτι τρέχει με την οικογένεια» και με άξονα δέκα σύγχρονα έργα από τη λογοτεχνία, το θέατρο και τον κινηματογράφο –μεταξύ αυτών, των σκηνοθετών Οικονομίδη, Λάνθιμου και Αβρανά– ο Δημήτρης Παπανικολάου επιχειρεί να μεθερμηνεύσει την οπτική των σύγχρονων καλλιτεχνών πάνω στην «οικογένεια-βραχυκύκλωμα», όχι για να επαινέσει το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα, αλλά για να αναδείξει οικείες μας καταστάσεις που μας αρέσει να τις παρακολουθούμε στην τέχνη, αλλά συνήθως τις κρύβουμε «κάτω από το χαλί» γυρνώντας σπίτι.

 

 

«Η εικόνα της ελληνικής οικογένειας σε βραχυκύκλωμα δείχνει να εξελίσσεται σε ένα καινούργιο στερεότυπο, ένα σήμα κατατεθέν της ελληνικής κοινωνίας σε κρίση: μια οικογένεια που φωνάζει πολύ, που εξαντλείται σε μια αδιάκοπη βία, φυσική και ψυχολογική, που τρώει τις σάρκες της επίμονα και επίπονα», αναφέρει σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Καθημερινή».

Συνεχίζει λέγοντας πως «Η σύγχρονη οικογένεια ορίζεται πολύ περισσότερο από αυτό που δεν έχει (ασφάλεια, σιγουριά, κοινωνική προστασία), ορίζεται δηλαδή όχι από την ασφάλεια, αλλά από την επισφάλειά της. Ορίζεται όμως και από την επιθυμία των ανθρώπων για σύνδεση – κάτι που υπήρξε διαχρονικό, σήμερα όμως το βλέπουμε όλο και περισσότερο ως ζήτημα επιλογής και αυτοπροσδιορισμού. Οικογένεια, συνειδητοποιούμε σιγά σιγά, δεν είναι πια αυτό που μας βρίσκεται ή αυτό στο οποίο βρισκόμαστε εκόντες άκοντες, αλλά είναι αυτό που επιλέγουμε, οι δεσμοί για τους οποίους επιμένουμε, τα σχήματα εντός των οποίων παραμένουμε. Κάποτε βρίσκει κανείς τη δύναμη να φτιάξει πραγματικά αυτό που λέμε «ό,τι ποθεί», κάποτε δεν τη βρίσκει».

«Έχει ακουστεί η άποψη ότι η οικογένεια είναι ο σπόρος του κακού για την πολυεπίπεδη κρίση που πέρασε η Ελλάδα, αλλά δεν με βρίσκει σύμφωνο. Αυτό που υποστηρίζω είναι ότι το να μιλάς για την οικογένεια στην Ελλάδα σήμερα μπορεί και να είναι ένας πολύ πολιτικός τρόπος να θέσεις πολιτικά και καίρια ζητήματα. Από τη σύνδεση δημόσιου / ιδιωτικού ώς την ανεπάρκεια της δημόσιας σφαίρας. Και από τη συζήτηση για το τι πήγε στραβά στη Μεταπολίτευση μέχρι την κριτική για τα δίκτυα πατρωνίας, ευνοιοκρατίας, πολιτικής οικογενειοκρατίας, εθνικισμού και μισαλλοδοξίας, που ακόμη προσδιορίζουν την καθημερινότητά μας, συχνά ως ο σπόρος του κακού για πολλά από όσα μας συμβαίνουν», λέει χαρακτηριστικά ο κ. Παπανικολάου.

 

 

«Η τέχνη και η ψυχανάλυση βοηθούν πάρα πολύ στο να κατανοήσουμε συλλογικά προβλήματα και να αναζητήσουμε λύσεις. Υποστηρίζουν και εξελίσσουν την ίδια την έννοια της συλλογικότητας, δεν είναι είδη πολυτελείας για λίγους, τα οφέλη των οποίων συναντούν τον «τοίχο» μιας μάζας απαίδευτης, εγκλωβισμένης σε στερεότυπα. Όταν κάνεις τέχνη ή όταν δουλεύεις στην παιδεία, ξεκινάς αποδεχόμενος ότι δεν υπάρχει απαίδευτη μάζα, αλλά άνθρωποι με τους οποίους πρέπει να ανοίξουμε κριτικό, διαρκή και εποικοδομητικό διάλογο. Αυτή νομίζω πρέπει να είναι η συνθήκη στην πολιτική συζήτηση, στη σχολική ή την πανεπιστημιακή τάξη, στους χώρους τέχνης, αλλά και στα ντιβάνια, κάθε είδους. Αν νομίζεις ότι κάποιοι δεν μπορούν εξ ορισμού να σε ακούσουν ή να σε υποδεχθούν, τότε υποτιμάς την απεύθυνσή σου, και τότε, όντως, παράγεις άχρηστα είδη πολυτελείας», συμπληρώνει.

Στο βιβλίο του χαρακτηρίζει τη «Στρέλλα», ταινία του Πάνου Κούτρα για την ιστορία μιας τρανσέξουαλ, ως πολιτική. Εστιάζει στη σκηνή που η Στρέλλα περπατά στην Αθήνα, σαν να θέλει να φωνάξει ότι το σώμα, η ιστορία και η υποκειμενικότητά της απαιτούν θέση στον δημόσιο χώρο.

 

 

«Πρέπει να αναρωτηθούμε πόσο πολύ η δημόσια σφαίρα «δεν αντέχει» την ουσιαστική παρουσία της διαφορετικότητας, και πόσο πολιτική συνθήκη είναι να θες κάτι τέτοιο να αλλάξει. Τα κινήματα φύλου και σεξουαλικότητας έχουν τέτοια δυναμική τα τελευταία χρόνια, ακριβώς γιατί θέτουν αιτήματα πολύ βασικά και για τη λειτουργία της σύγχρονης δημοκρατίας, και για την έννοια του πολίτη μιας σύγχρονης κοινωνίας. Τα αιτήματα των μονογονεϊκών και των ομογονεϊκών οικογενειών συμμετέχουν σε αυτή την προσπάθεια αλλαγής των όρων της πολιτικής συμμετοχής και κοινωνικής αντιπροσώπευσης», τονίζει ο κ. Παπανικολάου.

Ως δημοσιογράφος, έχει εργαστεί στην εφημερίδα «Επενδυτής» και στην ελληνική υπηρεσία του BBC. Υπήρξε μέλος της συντακτικής ομάδας του περιοδικού «Unfollow» και της εκδοτικής επιτροπής του «Journal of Greek Media and Culture» και τακτικός αρθρογράφος της «Αυγής». Στα αγγλικά κυκλοφορεί το βιβλίο του «Singing Poets: Literature and Popular Music in France and Greece» (Legenda, 2007). Το 2013 επιλέχθηκε ως επιστημονικός σύμβουλος του Ιδρύματος Ωνάση για το Αρχείο Καβάφη. Οι δημοσιεύσεις του αναφέρονται, μεταξύ άλλων, στους Ν. Καζαντζάκη, Κ. Π. Καβάφη, Γ. Σεφέρη και Α. Φραγκιά.

ΠΡΟΣΘΕΣΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ