O βραβευμένος βιολόγος που βοηθά στην ανάπτυξη νέων φαρμάκων κατά του καρκίνου
Έργα Ελλήνων

O βραβευμένος βιολόγος που βοηθά στην ανάπτυξη νέων φαρμάκων κατά του καρκίνου

Ο 35χρονος επιστήμονας Δρ. Κωνσταντίνος Δημητριάδης είναι επικεφαλής ερευνητής στο Ινστιτούτο Max Planck και κατάφερε να ξεχωρίσει ανάμεσα σε νέους επιστήμονες που εξασφάλισαν χρηματοδότηση από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Έρευνας (ΕΣΕ).

Ξεκίνησε την επιστημονική καριέρα του από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, συνέχισε στο Ινστιτούτο Ανοσολογίας του ΕΚΕΒΕ «Αλ. Φλέμινγκ» και ολοκλήρωσε το διδακτορικό του στον Τομέα Γενετικής, Ανάπτυξης και Μοριακής Βιολογίας του Τμήματος Βιολογίας του ΑΠΘ στην ομάδα του καθ. Γεώργιου Μόσιαλου. Όπως έχει πει σε συνέντευξή του, έπειτα από την εκπλήρωση των στρατιωτικών του υποχρεώσεων, αποφάσισε ότι το επόμενο βήμα θα έπρεπε να γίνει εκτός συνόρων.

Βρέθηκε, εν συνεχεία, στο Γερμανικό Κέντρο Έρευνας του Καρκίνου (German Cancer Research Center, DKFZ) στη Χαϊδελβέργη της Γερμανίας, ως μεταδιδακτορικός ερευνητής στην ομάδα του Dr. Aurelio Teleman, όπου έμεινε για έξι περίπου χρόνια. Τον Ιανουάριο του 2017, μεταφέρθηκε στο Ινστιτούτο Max Planck για τη Βιολογία της Γήρανσης στην Κολωνία, όπου ξεκίνησε τη δική του ερευνητική ομάδα.

Το ερευνητικό πρόγραμμα με το οποίο ασχολείται αφορά στην κατανόηση των μοριακών μηχανισμών, με τους οποίους τα ανθρώπινα κύτταρα αντιλαμβάνονται την παρουσία ή την απουσία θρεπτικών συστατικών και πώς η απορρύθμιση αυτών των μηχανισμών συμβάλει στην ανάπτυξη ασθενειών, όπως ο καρκίνος ή διάφορα μεταβολικά νοσήματα. «Υπό φυσιολογικές συνθήκες, τα κύτταρά μας αναπτύσσονται μόνο όταν υπάρχει επάρκεια θρεπτικών συστατικών στο περιβάλλον τους. Ωστόσο, διάφορες μεταλλάξεις μπορούν να οδηγήσουν στην απορρύθμιση αυτών των κυτταρικών μηχανισμών και την απρόσκοπτη ανάπτυξη των κυττάρων, κάτι που συχνά απαντάται σε καρκινικά κύτταρα» αναφέρει ο ίδιος.

 

 

Αξίζει να αναφερθεί πως τα κριτήρια με βάση τα οποία αξιολογείται μια πρόταση από το ΕΣΕ είναι το καινοτόμο και πρωτοποριακό πνεύμα της πρότασης, καθώς και το βιογραφικό του ερευνητή που την υποβάλλει. Σε γενικές γραμμές, το ΕΣΕ χρηματοδοτεί φιλόδοξα projects υψηλού ρίσκου που θα μπορούσαν να αλλάξουν δυνητικά έναν επιστημονικό κλάδο. Η διαδικασία επιλογής είναι αρκετά απαιτητική και γίνεται σε πολλά στάδια. Αρχικά, οι προτάσεις κατατίθενται γραπτώς στο ΕΣΕ και κρίνονται από ένα πάνελ ερευνητών-αξιολογητών, ανάλογα με το αντικείμενο της πρότασης. Οι προτάσεις που περνούν το αρχικό στάδιο αξιολόγησης αποστέλλονται σε 8-10 εξωτερικούς κριτές-ειδικούς, οι οποίοι τις βαθμολογούν και παραθέτουν τα σχόλιά τους.

Το αρχικό πάνελ, λαμβάνοντας υπ’ όψιν και τα σχόλια των εξωτερικών κριτών, προσκαλεί έναν μικρό αριθμό ερευνητών για προσωπική συνέντευξη στις Βρυξέλλες, όπου οι ερευνητές παρουσιάζουν τις προτάσεις τους και απαντούν σε τυχόν ερωτήσεις. Περίπου μια στις τρεις προτάσεις που έχουν προσκληθεί για συνέντευξη θα λάβει τελικά τη χρηματοδότηση. Μία στις δέκα προτάσεις που κατατίθενται αρχικά χρηματοδοτούνται μετά από αυτήν τη διαδικασία.

Το ερευνητικό έργο του επιστήμονα έχει ως στόχο να εξηγήσει το πώς τα κύτταρα του ανθρώπου αντιλαμβάνονται την επάρκεια θρεπτικών συστατικών υπό φυσιολογικές συνθήκες και το τι πάει λάθος σε διάφορες παθολογικές καταστάσεις. Μακροπρόθεσμα, η κατανόηση αυτών των φαινομένων είναι το πρώτο βήμα προς την ανάπτυξη νέων φαρμακευτικών σκευασμάτων που θα στοχεύουν ειδικά στο να επιδιορθώσουν αυτούς τους κυτταρικούς μηχανισμούς.

 

 

Ο ίδιος εξηγεί το πεδίο της έρευνάς του αυτής με ένα παράδειγμα, «Φανταστείτε την περίπτωση πολλών ζώων που πέφτουν σε χειμερία νάρκη. Χαμηλώνοντας τις μεταβολικές τους ανάγκες στο ελάχιστο, μπορούν να επιβιώσουν σε μια περίοδο όπου η τροφή θα ήταν ανεπαρκής για αυτά. Αν, στο παράδειγμά μας, για κάποιον λόγο, ένα τέτοιο ζώο δεν έπεφτε σε χειμερία νάρκη, αλλά επέλεγε να παραμείνει δραστήριο κατά τη διάρκεια του χειμώνα, πιθανότατα θα πέθαινε καθώς η διαθέσιμη τροφή δε θα μπορούσε να καλύψει τις ανάγκες του. Καταλαβαίνουμε έτσι πόσο σημαντικό είναι για κάθε οργανισμό να μπορεί να αντιληφθεί την επάρκεια τροφής στο περιβάλλον του και να καθορίσει τις δραστηριότητές του αντιστοίχως.

Το ίδιο κάνουν και τα κύτταρά μας. Το σώμα κάθε ανθρώπου αποτελείται από αρκετά τρισεκατομμύρια κύτταρα. Κάθε ένα από αυτά τα κύτταρα προσλαμβάνει θρεπτικά συστατικά από το περιβάλλον του, τα οποία χρησιμοποιεί είτε ως πηγή ενέργειας -για να επιτελέσει τις βασικές λειτουργίες του- είτε ως δομικά συστατικά για να αναπτυχθεί. Λόγω της εξαιρετικής σημασίας αυτού του φαινομένου, κάθε κύτταρο διαθέτει μοριακούς μηχανισμούς που «αισθάνονται» την επάρκεια ή την απουσία θρεπτικών στοιχείων και προσαρμόζουν το μεταβολικό του πρόγραμμα και την κυτταρική ανάπτυξη. Επομένως, υπό φυσιολογικές συνθήκες, τα κύτταρά μας αναπτύσσονται μόνο όταν υπάρχει επάρκεια θρεπτικών συστατικών στο περιβάλλον τους».

Συνεχίζει προσθέτοντας, «Ωστόσο, διάφορες μεταλλάξεις μπορούν να οδηγήσουν στην απορρύθμιση αυτών των κυτταρικών μηχανισμών με αποτέλεσμα την απρόσκοπτη ανάπτυξη των κυττάρων -ένα χαρακτηριστικό που συχνά απαντάται, για παράδειγμα, σε καρκινικά κύτταρα. Τα κύτταρα αυτά συνεχίζουν να αναπτύσσονται, ακόμη και σε συνθήκες που φυσιολογικά δε θα έπρεπε, με αποτελέσματα που μπορεί να είναι μοιραία για τον ανθρώπινο οργανισμό».

 

 

Η μελέτη των μηχανισμών με τους οποίους τα κύτταρα «αισθάνονται» την επάρκεια θρεπτικών στο περιβάλλον τους έχει προσελκύσει έντονα το ενδιαφέρον της επιστημονικής κοινότητας τα τελευταία χρόνια, τόσο για ερευνητικούς όσο και για θεραπευτικούς λόγους. Ωστόσο, το συγκεκριμένο ερευνητικό πεδίο περιορίστηκε ως τώρα στην περιγραφή ενός μόνο μηχανισμού, ο οποίος φαίνεται να μην έχει γενική ισχύ και να σχετίζεται με την απόκριση των κυττάρων μόνο κάτω από ορισμένες συνθήκες.

«Η πρότασή μου» λέει σε συνέντευξή του «προκαλεί την επικρατούσα θεωρία και αποσκοπεί στο να αποκαλύψει νέους μηχανισμούς και παράγοντες που καθορίζουν τη συμπεριφορά των κυττάρων μας σε ένα ευρύ φάσμα συνθηκών, αντιμετωπίζοντας αυτό το φαινόμενο πιο σφαιρικά. Οι ανεξερεύνητοι αυτοί ως τώρα μηχανισμοί αναμένεται να αποτελέσουν τη βάση για την κατανόηση της αιτιολογίας διαφόρων ασθενειών στον άνθρωπο».

Ο Δρ.Κωνσταντίνος Δημητριάδης έχει βραβευτεί, μεταξύ άλλων, με το European Research Council Starting Grant (ΕΣΕ-StG-2017), έχει λάβει υποτροφία από το 14ο FEBS Young Scientists’ Forum (YSF) στη Γαλλία και βραβείο από το Κοινωφελές Ίδρυμα Αλέξανδρος Σ. Ωνάσης για τη συμμετοχή του στο 61ο Lindau Nobel Laureate Meeting, στο Lindau της Γερμανίας. Έχει πλήθος δημοσιεύσεων σε διεθνή επιστημονικά περιοδικά υψηλού κύρους, όπως τα, Cell, Nature Communications, Developmental Cell, EMBO Journal, Journal of Biological Chemistry, Scientific Reports, Journal of Virology, FEBS Journal.

Διαβάστε τι είπε σε συνέντευξή του:

Ποια η συνταγή επιτυχίας για τους απόφοιτους Βιολογίας; Τι θα συμβουλεύατε έναν απόφοιτο Βιολογίας σήμερα στην Ελλάδα (ή και στην Κύπρο);

«Οι φοιτητές μας είχαν και έχουν εξαιρετικές γνώσεις και εκπαίδευση, καθώς τα προπτυχιακά προγράμματα στην Ελλάδα είναι υψηλού επιπέδου. Παράλληλα, η εκπόνηση της πτυχιακής εργασίας δίνει τη δυνατότητα σε φιλόδοξους φοιτητές να αποκτήσουν σημαντική ερευνητική εμπειρία από πολύ νωρίς στις σπουδές τους, κάτι που τους δίνει προβάδισμα απέναντι σε φοιτητές άλλων χωρών. Απόδειξη του επιπέδου των φοιτητών μας είναι ότι πάρα πολλοί από αυτούς διαπρέπουν όταν βρεθούν στο κατάλληλο περιβάλλον. Δυστυχώς, εδώ και αρκετά χρόνια, αυτό είναι δύσκολο να γίνει εντός συνόρων (εκτός ελαχίστων φωτεινών εξαιρέσεων), οπότε η ενδεδειγμένη επιλογή είναι η αναζήτηση ενός καλού εργαστηρίου στην Ευρώπη ή την Αμερική για το διδακτορικό τους ή τις μεταδιδακτορικές τους σπουδές».

– Τι συναντήσατε όταν πήγατε εκεί; Ποιες ήταν οι μεγαλύτερες δυσκολίες και για ποια θέματα νιώσατε ανακούφιση;

«Ξεκινώντας ως μεταδιδακτορικός ερευνητής στη Χαϊδελβέργη το 2010, είχα την τύχη να βρεθώ σε μία εξαιρετική ερευνητική ομάδα, όπου οι συνθήκες μου επέτρεψαν να αναπτύξω το επιστημονικό μου προφίλ και να εφαρμόσω τις γνώσεις μου σε ένα νέο για μένα αντικείμενο. Εργάστηκα σκληρά και μεθοδικά, αλλά η συνεργασία μου με τον υπεύθυνο της ομάδας ήταν αρμονική και η δουλειά μου απέδωσε καρπούς, καθώς δημοσιεύτηκε σε διεθνή επιστημονικά περιοδικά κύρους, κάτι που με βοήθησε στο να έχω ένα ανταγωνιστικό προφίλ και να πετύχω τους μετέπειτα στόχους μου. Δεν μπορώ να πω ότι αντιμετώπισα κάποιες ιδιαίτερες δυσκολίες στα πρώτα μου βήματα στη Χαϊδελβέργη και η προσαρμογή στο νέο περιβάλλον ήταν πολύ ομαλή. Η πόλη είναι πανέμορφη και έχει διεθνή χαρακτήρα, με μεγάλο μέρος του πληθυσμού να προέρχεται από κάθε γωνιά του κόσμου. Οι εργασιακές συνθήκες ήταν βέλτιστες και μου έδωσαν τη δυνατότητα να πραγματοποιήσω την έρευνά μου απερίσπαστος, κάτι που εκείνη την εποχή θα ήταν σχεδόν αδύνατο να κάνω στην Ελλάδα».

 

 

– Πόσο αισιόδοξος είστε για το μέλλον της έρευνάς σας και το δικό σας προσωπικά;

«Η επαγγελματική μου διαδρομή ακολουθεί ομολογουμένως ανοδική πορεία τα τελευταία χρόνια και το αντικείμενο της έρευνάς μου προσελκύει όλο και περισσότερο την προσοχή της επιστημονικής κοινότητας. Αποτέλεσμα των παραπάνω ήταν οι εργασίες μου να δημοσιευτούν σε διεθνή επιστημονικά περιοδικά υψηλού προφίλ, να ξεκινήσω τη δική μου επιστημονική ομάδα στο Max Planck στις αρχές του χρόνου και προσφάτως να τιμηθώ με τη χρηματοδότηση από το ΕΣΕ.

Όντας σε ένα εξαιρετικό ερευνητικό περιβάλλον, και έχοντας εξασφαλίσει επαρκή χρηματοδότηση για την υποστήριξη του ερευνητικού έργου της ομάδας μου για τα επόμενα χρόνια, τα επόμενα βήματα αφορούν στην ενίσχυσή της με νέα μέλη και σκληρή και μεθοδική δουλειά, ώστε να πετύχουμε τους ερευνητικούς μας στόχους και να παράσχουμε γνώση η οποία μακροπρόθεσμα θα βελτιώσει τις συνθήκες υγείας των συνανθρώπων μας. Με αυτά τα δεδομένα, καθώς η ομάδα μου ξεκίνησε επίσημα πριν από μερικούς μόνο μήνες, τα επόμενα επαγγελματικά βήματα δεν με απασχολούν προς το παρόν».

ΠΡΟΣΘΕΣΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ