Σημαντικοί Έλληνες

Φίλιπ Τσιάρας: Ένας πολυδιάστατος διεθνής καλλιτέχνης

Ο Φίλιπ Τσιάρας ζωγράφος, φωτογράφος, γλύπτης και ποιητής είναι διεθνής καλλιτέχνης που ζει και εργάζεται στη Νέα Υόρκη. Ελληνικής καταγωγής με ρίζες από τα Γρεβενά, ο Φίλιπ Τσιάρας γεννήθηκε το 1952 στο New Hampshire των Η.Π.Α.

Σπούδασε μουσική και συγκριτική λογοτεχνία στο Amherst College και πήρε υποτροφία με αντικείμενο τη μετάφραση των σύγχρονων Ελλήνων ποιητών Ρίτσο και Καρυωτάκη στα αγγλικά. Είχε την τύχη να θητεύσει στο πλευρό του σπουδαίου εικαστικού Λουκά Σαμαρά, από τον οποίο δέχτηκε αρκετές επιρροές και ήταν για εκείνον ένας μεγάλος δάσκαλος.

Ο Φίλιππος Τσιάρας έχει παρουσιάσει το έργο του μέχρι σήμερα σε περίπου 80 ατομικές εκθέσεις και σε ακόμα περισσότερες ομαδικές. Πρωτοπαρουσίασε έργα το 1974 και το 1975 στο Amherst College και στο Seattle το επόμενο έτος, αλλά η πρώτη του σημαντική έκθεση ήταν αυτή που αναφέρθηκε στην Αθήνα το 1977, με την βοήθεια του συλλέκτη και γκαλερίστα της Διασποράς Αλέξανδρου Ιόλα.

Στη συνέχεια παρουσιάζει σχεδόν σε ετήσια βάση έργο του στις Η.Π.Α., κυρίως στη Νέα Υόρκη, στη Haber / Theodore Gallery αρχικά, και στη συνέχεια, εκτός των άλλων, στη Shea & Beker Gallery (1988, 1989), και στο Ελληνικό Προξενείο (2002), και το 2017 σε έκθεση με τον τίτλο «Diaspora». Επίσης, οργάνωσε εκθέσεις στο Denver στην Inkfish Gallery (1989, 1993 όπου παρουσιάζει τη σειρά έργων «Horses», 1997), το Miami (1986, 1989, 1991), το Los Angeles (1989) και αλλού.

Μεγάλο αριθμό εκθέσεων θα οργανώσει στην Ιταλία (1981 Μιλάνο, 1983 Τορίνο, 1992 Μιλάνο, 1995 Συρακούσες και Βενετία, 2001 Φέλτρε και Βενετία, 2002 Μιλάνο, 2003 Βενετία), όπου παρουσιάζει τρεις φορές έργο του στην Μπιενάλε της Βενετίας, στην οποία θα βραβευτεί το 1995 για το έργο του «Πολιτισμός του Νερού» («Civiltà dell’Acqua»), που είχε στηθεί στο Μεγάλο Κανάλι. Στην Ελλάδα διατηρεί ιδιαίτερα τακτική επαφή με τις γκαλερί, παρουσιάζοντας έργα του αρχικά στην Γκαλερί Jean Bernier (1977, 1984), που αναφέρθηκε, και σε πολλές ακόμα στη συνέχεια στην Αθήνα (1992 Γκαλερί Titanium, 1994 «Πιερίδης», 1995 Γκαλερί Aria, 2015 & 2016 & 2021 Blender Gallery) και σε πολλές άλλες πόλεις.

Ατομικές εκθέσεις έχει κάνει επίσης στη Γερμανία (1993 Βόννη, 1994 Μάνχαϊμ την έκθεση «Aiplanes and ceramic»), τον Καναδά (1997 Τορόντο και Κάλγκαρι, 1998 Μόντρεαλ), την Τζαμάικα (1997 Κίνγκστον), το Χονγκ Κονγκ (2002), την Τουρκία (2006, 2007 – την έκθεση «Sandwiches» – και 2008 Κωνσταντινούπολη, 2008 Αλικαρνασσός), το Ηνωμένο Βασίλειο (2009, 2022 Λονδίνο), την Κίνα (2014 Σεντζέν), και την Πολωνία (2015 Σόποτ). Στα πλαίσια των ομαδικών εκθέσεων που συμμετείχε θα ταξιδέψει με το έργο του ακόμα στην Ιαπωνία (1985 Κόμπε, Τοτσίγκι και Τόκυο), την Ελβετία (1992 Βασιλεία), τη Σουηδία (1994 Γκότλαντ) και αλλού, ενώ έλαβε μέρος και στην έκθεση «Modern Odysseys», που πραγματοποιήθηκε στη Νέα Υόρκη το 1999 και στη Θεσσαλονίκη το 2000, αποκλειστικά με επιφανείς Ελληνoαμερικανούς καλλιτέχνες της Διασποράς.

Εκτός από τα βραβεία που αναφέρθηκαν, θα του απονεμηθεί ακόμα το 1980 το New York State C.A.P.S. Grant, το 1994 το Blickle Stiftung Prize για τη φωτογραφία, καθώς και δύο φορές το N.E.A. Grant, το Αριστείο των Τεχνών από το Υπουργείο Εξωτερικών της Ελλάδας και το Lifetime Achievement Artist Award από το The Alexandrion Foundation. Έργα του βρίσκονται σε πολλές συλλογές και μουσεία, με κυριότερα το ΜΕΤ της Νέας Υόρκης, τη Συλλογή της Εθνικής Τράπεζας, τη Συλλογή Εμφιετζόγλου κ.ά. Τέλος, στη νέα Μαρίνα της Βουλιαγμένης βρίσκεται γλυπτό του 3 μέτρων με τίτλο «Ο αριβίστας» («The social climber»), που είχε παρουσιαστεί στην Μπιενάλε της Βενετίας. Για τον καλλιτέχνη έχουν γραφτεί 18 βιβλία και κατάλογοι, από σημαντικούς εκδότες, όπως οι Electa, Mondadori, κ.ά.

Το έργο του Φίλιππου Τσιάρα, αν και εφορμά από εκείνο του Andy Warhol, του οποίου έργα συνέλεγε ο καλλιτέχνης, διαθέτοντας κάποια στιγμή περίπου 70 μοναδικά χαρτιά του σε καμβά, εντάσσεται στις πιο κριτικές και προσωπικές εικαστικές προτάσεις της σύγχρονης τέχνης, εγγύτερα σε εκείνο του Σαμαρά, κάνοντας, όμως, ποικίλες αναφορές στο παρελθόν, που ανάγονται από τους Κόπτες ζωγράφους και το Βυζάντιο μέχρι τους Φωβ, τους Κυβιστές, και τους Munch, Dubuffet, Bosch, Redon και Pollock. Αρχικά, θα κινηθεί δημιουργικά γύρω από την ενασχόλησή του με τη φωτογραφία, προσδίδοντας, όπως τονίζει η Νίκη Λοϊζίδη, μια νέα πλαστική και μυθολογική διάσταση στην τέχνη του «φωτομοντάζ». Μάλιστα, όπως σημειώνει επιπρόσθετα ο Χρύσανθος Χρήστου, κατορθώνει να γίνεται αναγνωρίσιμος επειδή συνδυάζει υλικά και εκφραστικά στοιχεία διαμορφώνοντάς τα σε μια νέα ενότητα.

Μία από τις σειρές έργων που μελετάει επί περίπου τριάντα χρόνια στη ζωγραφική του είναι η ονομαζόμενη Dot Pop, με την πληθωρική χρήση τελείων/κουκίδων στα χνάρια των νεο-ιμπρεσιονιστών, με τις οποίες δημιουργεί μοντέρνες αγιογραφίες διάσημων προσωπικοτήτων, με αναφορές στη βυζαντινή τέχνη τόσο του ψηφιδωτού όσο και της αγιογραφίας, με την θρησκευτική ένταση που έδινε η βυζαντινή αγιογραφία στο απεικονιζόμενο πρόσωπο, λόγω της έλλειψης προοπτικής και φόντου, τα οποία κυριάρχησαν στη δυτική ζωγραφική μετά την Αναγέννηση. Ο ίδιος, εξάλλου, δηλώνει τον θαυμασμό του για το παρελθόν, παρά τη φανερά μοντέρνα εικαστική του ματιά: «όλα στην πραγματικότητα είναι χτισμένα πάνω στο παρελθόν, αλλά με φρέσκες και φαντασιακές και ακόμα ακραίες παραλλαγές». Στο έργο του ασχολείται πολύ συχνά με τα ίδια θέματα, όπως αεροπλάνα, κεφαλές, αγγεία, άλογα. Ανάμεσα στις θεματικές σειρές που έχει αναπτύξει ξεχωρίζουν οι λεγόμενες «Τοπολογίες», το «Οικογενειακό Άλμπουμ», η σειρά «Horse-Boy», τα «Sandwiches», τα γυάλινα γλυπτά του, τα «Υγρά κεφάλια» και τα «Νυχτερινά σχέδια».

Ο Φ. Τσιάρας κινείται με τόλμη σε δημιουργικά εύφορες αλλά και δύσβατες περιοχές του ασυνείδητου, δίνοντας δημιουργικά αποτελέσματα που, αν και εφορμούν από την προσωπική του ζωή, αγγίζουν θέματα με διαχρονικό και έντονο ενδιαφέρον. Η Ντόρα Ηλιοπούλου-Ρογκάν θα επισημάνει αυτή τη χαρισματική πτυχή της ψυχογραφικής δουλειάς του καλλιτέχνη: «Αναπλασμένα μεσ’ από επάλληλες και αλληλοσυμπλεκόμενες χρωματικές δίνες και πλέγματα, τα ψυχικά ερεθίσματα του Φιλίππου Τσιάρα ενσαρκώνουν μιαν εμπνευσμένη και συγχρόνως συνεχώς μεταλλάξιμη “χρυσή τομή” ανάμεσα στον οργανικό και στο “ψυχολογικό”, το ”αρχέγονα γήινο” και το “προαιώνια μεταφυσικό”».

Εξάλλου, ο Τσιάρας είναι ένας κατεξοχήν καλλιτέχνης της Διασποράς ο οποίος έχει δεχθεί μια πληθώρα από κοινωνικο-θρησκευτικά ερεθίσματα μεταπλάθοντάς τα σε πανανθρώπινα μηνύματα. Στοιχείο χαρακτηριστικό του Τσιάρα, εκτός από την τάση προς το προσωπικό στοιχείο στην τέχνη που αναφέρθηκε, στο οποίο ωθήθηκε και από τον Λουκά Σαμαρά, είναι επίσης, το στοιχείο του horror vacui, όπως έχει τονίσει ο Marco Meneguzzo, δηλαδή του τρόμου του κενού, που χαρακτηρίζει κυρίως τους μπαρόκ καλλιτέχνες, αλλά εδώ αποκτάει μια γνήσια σύγχρονη εκδοχή, καθώς συνδυάζεται με τη συνείδηση της υπερχείλισης από έναν πολιτισμό των αντικειμένων, χωρίς, όμως, ο Ελληνοαμερικανός καλλιτέχνης να ξεχνάει να διακρίνει ανάμεσα στη χρηστικότητα του αντικειμένου και την αισθητική του αξία, όπως τις διέκρινε πρώτος εννοιολογικά ο φιλόσοφος Georg Simmel ήδη το 1911.

Οι φωτογραφίες του πάλι, διακρίνονται για την αισθησιακή τους αυτάρκεια και την κριτική τους στάση απέναντι στη σύγχρονη α-καλαισθησία, με αναφορές σε σημαντικούς φωτογράφους-καλλιτέχνες που ασχολήθηκαν με την αυτοπροσωπογραφία, όπως οι Λουκάς Σαμαράς, Melissa Shook, Paul Diamond, Lee Friedlander.

Με τα λόγια του ομότεχνού του Ανδρέα Γιαννούτσου, ο Τσιάρας «σαρκάζει στο έργο του το απονευρωμένο από ανθρώπινα κίνητρα και επιθυμίες αμερικανικό όνειρο, αναδεικνύοντας προσωπικά πολιτιστικά στοιχεία, εκείνα που ανάγονται στην παιδική του ηλικία και το προγονικό παρελθόν του».

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας. Θα υποθέσουμε ότι είστε εντάξει με αυτό, αλλά μπορείτε να εξαιρεθείτε εάν το επιθυμείτε. ΑΠΟΔΟΧΗ Περισσότερα