Κτίζει σπίτια για τους φτωχούς στην Καμπότζη
Έργα Ελλήνων

Κτίζει σπίτια για τους φτωχούς στην Καμπότζη

Ο ψυχολόγος Παναγιώτης Παναγιωτόπουλος και η σύζυγός του Τζένη, συμμετέχουν στο ειδικό πρόγραμμα του οργανισμού «Tabitha Foundation Australia», στον οποίο ανήκει και η αδελφή του Παναγιώτη, δρ. Σιάννα Παναγιωτοπούλου, επιστημονική ερευνήτρια στο πανεπιστήμιο Μελβούρνης και στο Austin Hospital Medical Research Foundation. To ζεύγος Παναγιωτόπουλου έχουν μαζί τους και τα παιδιά τους. «Άλλο ν’ ακούς κι΄ άλλο να βλέπεις τη φτώχεια με τα ίδια σου τα μάτια», λέει ο Παναγιώτης, προσθέτοντας πως «η επαφή με το πραγματικό πρόσωπο του κόσμου, είναι το καλύτερο δώρο που μπορώ να κάνω στα παιδιά μου».

Ψυχολόγος στο Xavier College, χαίρει της εκτίμησης και του θαυμασμού της διεύθυνσης και των συναδέλφων του για την εφευρετικότητά του στο σχεδιασμό προγραμμάτων που δίνουν την ευκαιρία στα παιδιά να έλθουν σ” επαφή με την πραγματική όψη της ζωής. Με τη γυναίκα του Τζένη και τους τρεις έφηβους γιους τους πήγαν σ” ένα χωριό της Καμπότζης, το Sunrise Children’s Village, για να δώσουν ρούχα και να προσφέρουν χειρωνακτική εργασία «όπου χρειαστεί». Ο τόπος που πήγε, στην ουσία, ήταν ένα χωριό που οι κάτοικοί του είναι ορφανά παιδιά. Και από αυτά έχει μπόλικα η Καμπότζη. «Οι νάρκες, ο πόλεμος, οι φυσικές καταστροφές, το Έιτζ, έχουν φροντίσει γι” αυτό», θα πει ο Παναγιώτης με πικρή ειρωνεία.

Αναφορικά με το πως ξεκίνησε αυτή η ιδέα, ο Π. Παναγιωτόπουλος αναφέρει: «Το γεγονός ότι 80% των ανθρώπων στις τριτοκοσμικές χώρες βρίσκονται σε άθλια κατάσταση, νομίζω ότι αφήνει πολύ λίγους ασυγκίνητους. Η διαφορά είναι να βρεις τον τρόπο, ν” ανοίξει μπροστά σου αυτό το μικρό παραθυράκι που σε κάνει να δεις τι μπορείς να κάνεις εσύ ως άτομο».

Μέσα στο πρόγραμμα είναι και το χτίσιμο «σπιτιών», για ανθρώπους που μένουν μέσα σε καλύβες, καμωμένες από κλαδιά πάνω στο χώμα. «Άθλιες συνθήκες», λέει λακωνικά ο Π. Παναγιωτόπουλος και συνεχίζει: «Δεν περίμενα ποτέ να δω τόση φτώχεια. Ήταν ένα γερό ταρακούνημα για όλους. Πριν πας, διαβάζεις, ακούς, βλέπεις εικόνες, πληροφορείσαι. Τίποτε όμως δεν συγκρίνεται μ” αυτό το φυσικό αντίκρισμα της φτώχειας. Τα χάνεις κυριολεκτικά. Νοιώθεις τα πιο πρωτόγνωρα αισθήματα να σε κυριεύουν. Όχι ένα – ένα, για να μπορέσεις να καταλάβεις και να δώσεις μια απάντηση που σου ζητά ο εαυτός σου, αλλά όλα μαζί, έτσι σαν σίφουνας ορμούν μέσα σου και σε κατακλύζουν. Σε μουδιάζουν και σου τρυπούν την καρδιά. Από τη μια νιώθεις ένοχος, γιατί αν έβλεπες στον ύπνο σου ότι ζούσες εκεί, θα ξυπνούσες λουσμένος στον κρύο ιδρώτα. Από την άλλη, αισθάνεσαι ότι είναι απάνθρωπο οι λεγόμενες αναπτυγμένες χώρες να επιτρέπουν να ζουν οι συνάνθρωποί τους σ” αυτήν την αθλιότητα. Αντιλαμβάνεσαι ότι πρέπει να γίνουν κι άλλα, να γίνουν πάρα πολλά».

ΠΡΟΣΘΕΣΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ